Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

Π(ι) όπως παιχνίδι




Δε θα μπορούσε από το αλφαβητάρι της ζωής να λείπει αυτή η λέξη! Κι ούτε θα μπορούσε εύκολα να αντικατασταθεί με κάποια άλλη. Η ζωή των παιδιών είναι γεμάτη παιχνίδια! Και δεν αναφέρομαι στις κατηγορίες των παιχνιδιών που τους αγοράζουμε. Όχι. Αναφέρομαι στην κάθε στιγμή της ζωής τους που την ντύνουν με ένα σενάριο ή καλύτερα με κάτι που θέλουν να καταφέρουν. Έτσι, παθιάζονται με το ποιος θα κάνει τη μεγαλύτερη σαπουνόφουσκα, με το πόσο μεγάλο πηγάδι μπορούν να σκάψουν στην αμμουδιά, πόσες μύγες μπορούν να εγκλωβίσουν μέσα σε ένα μπουκάλι…

Από την άλλη πλευρά είμαστε εμείς: οι μεγάλοι και σοβαροί, που γνωρίζουμε, που ξέρουμε και πρέπει να κάνουμε τα παιδιά να μάθουν, να είναι ικανά, να υπακούν και άλλα τέτοια γιατί η ζωή είναι δύσκολη. Εννοείται δεν υπάρχει χώρος για παιχνίδι! Εννοείται πως όταν ξεκινάει το σχολείο, όσο τα παιδιά μεγαλώνουν παύουν τα παιχνίδια και τα πράγματα είναι πλέον σοβαρά. Και όλα αυτά με στόμφο και συνοφρυωμένα μάτια!

Κι εδώ είναι η στιγμή που την πατάμε και χάνουμε καθετί που θα μπορούσε να δώσει νόημα σε ό,τι κάνουμε. Υψώνουμε μία συνθήκη με την οποία επιβάλλουμε στον εαυτό μας δυσκολίες, προβλήματα, αδιέξοδα. Και πριν καλά καλά το καταλάβουμε είμαστε – γινόμαστε δυστυχείς. 

Πριν συνεχίσω, θα μιλήσω για ένα παιχνίδι! Είναι ένα παιχνίδι λέξεων και ορισμών που χρησιμοποιώ με τους μαθητές μου όπου αφηρημένες έννοιες ξεκαθαρίζουν και γίνονται απτές και συγκεκριμένες. Είναι το παιχνίδι των ερωτήσεων «τι;» και «ποιος;». Κάθε φορά που μπαίνουμε σε νέα έννοια, τίθενται οι ερωτήσεις αυτές, με πρώτο το τι και ακολουθεί το ποιος. Συνήθως τα παιδιά πέφτουν στην παγίδα να δίνουν την απάντηση του ποιος στο τι. Με αποτέλεσμα, στην ερώτηση «τι είναι ουσιαστικό;» η απάντηση να είναι «η γάτα», «το τραπέζι», «ο καναπές» κ.ο.κ., έναντι της απάντησης «ουσιαστικά είναι οι λέξεις που δείχνουν…». Από τη μία λοιπόν, με το «τι» έχουμε μία ταυτότητα, την ουσία και από την άλλη με το «ποιος» έχουμε χαρακτηριστικά και αντιπροσωπευτικά παραδείγματα.

Ας επιστρέψουμε τώρα στην αρχική μας λέξη: τη λέξη παιχνίδι. Ψάχνοντας στα λεξικά απογοητεύτηκα βλέποντας πόσο υποτιμημένη είναι η λέξη αυτή. Σε κείμενα και εργασίες από τον χώρο της εκπαίδευσης σημειώνεται η παιδαγωγική του αξία αλλά υπάρχει δυσκολία στο να οριστεί τι είναι αυτό και μένουν στη γενική παραδοχή ότι είναι κάτι συναρπαστικό, κάτι που απαιτεί πράξη, που έχει νόημα για τα παιδιά.

Αν το δούμε απλά, μπορούμε εύκολα να πούμε ότι κάθε παιχνίδι έχει έναν σκοπό – έναν στόχο και ότι σε κάθε παιχνίδι αυτός που κερδίζει είναι αυτός που καταφέρνει να φτάσει το στόχο, ξεπερνώντας τα εμπόδια και τους περιορισμούς ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιεί τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που του δίνονται. Αυτά ισχύουν σε κάθε παιχνίδι! Μπορεί οι κανόνες (εμπόδια και ελευθερίες) να διαφοροποιούνται, όμως πάντα υπάρχουν. Όπως πάντα υπάρχει ένας τελικός στόχος.

Τα παιδιά, λοιπόν, χωρίς να το γνωρίζουν ανάγουν όλη τους τη ζωή σε αυτό το μοτίβο – πλαίσιο. Βρίσκουν και εφευρίσκουν δραστηριότητες που προσπαθούν να πετύχουν κάτι έχοντας να ξεπεράσουν κάποια συγκεκριμένα εμπόδια. Και το αποτέλεσμα της επιτυχίας τους είναι η ευτυχία! Κάτι που μπορούμε πολύ εύκολα να διακρίνουμε στα λόγια και την έκφρασή τους όταν πετυχαίνουν το σκοπό που έχουν βάλει.

Εδώ έρχονται οι δικές μου ερωτήσεις:  
Γιατί δεν υιοθετούμε αυτή τη στάση των παιδιών; Δηλαδή, γιατί δεν αντιμετωπίζουμε το καθετί στη ζωή μας ως ένα παιχνίδι; Γιατί δεν θεωρούμε κάθε κατάσταση σαν μια πίστα ενός παιχνιδιού με το τέλος της το σημείο που θέλουμε να φτάσουμε και να πετύχουμε; Και, πιο γενικά, σαν στάση απέναντι στη ζωή, γιατί δεν παίρνουμε εμείς το ρόλο αυτού που θέτει τα παιχνίδια αλλά μένουμε και ακολουθούμε τα παιχνίδια που άλλοι μας θέτουν; Δε θα ήμασταν πιο ευτυχισμένοι αν τα ορίζαμε εμείς αντί να εμμένουμε στο τι μας «κάνουν» άλλοι; Οι άλλοι έχουν τα δικά τους παιχνίδια! Εμείς; Τι κάνουμε γι’ αυτό; Ζούμε τη ζωή μας για χάρη άλλων;

Πριν λίγο καιρό μού τηλεφώνησε μια μαμά. Είχε διάφορα θέματα να λύσει και μαζί με όλα είχε και τα παιδιά της να τσακώνονται και να απαιτούν το καθένα το δικό του. Αυτό, ως γνωστόν, είναι από τα πιο δημοφιλή παιχνίδια των παιδιών, ιδιαίτερα όταν βαριούνται! Η ώρα που με πήρε, ήταν στο ενδιάμεσο του τσακωμού και έψαχνε λύση. Αφού μου περιέγραψε την κατάσταση, τη ρώτησα γιατί θεωρεί απαραίτητο να συμμετέχει και εκείνη σε αυτό;

Και τώρα έρχεται η ώρα να απαντήσουμε στην ερώτηση «ποιος – ποια»:
Υπάρχουν πολλά άλλα πράγματα που μπορεί να κάνει ένας γονιός ώστε να τραβήξει την προσοχή των παιδιών σε κάτι πιο χρήσιμο, εποικοδομητικό και δημιουργικό από το να στέκεται και να λύνει κάθε τους διαφωνία. Υπάρχουν άλλα παιχνίδια που μπορεί να βάλλει και πράγματα που θα κερδίσουν τα παιδιά αν ολοκληρώσουν αυτό που εκείνη έθεσε και τα παιδιά να απορροφηθούν από αυτό και να είναι αποτελεσματικά.

Το να φτιάχνει ένα παιδί το δωμάτιό του, για παράδειγμα, είναι κάτι που εμείς θεωρούμε δεδομένο, συχνά το κάνουμε εμείς αντί για τα παιδιά και μετά γκρινιάζουμε που είναι ακατάστατα και ασυνεπή. Αν το βλέπαμε αλλιώς; Αν αυτό το κάναμε παιχνίδι; Πώς θα ακουγόταν σε ένα παιδί η φράση (με χαρά και πίστη ότι αυτό είναι εφικτό) «Μόλις μαζέψεις το δωμάτιό σου, θα σου φτιάξω το μπέργκερ που μου ζήτησες!». Δεν είναι ένας στόχος! Με τη στάση αυτή, δεν βρίσκω ή δίνω νόημα σε κάτι και χαίρομαι με αυτό! Γιατί, λοιπόν, να μην επιδιώκουμε έναν τέτοιο τρόπο;

Είναι ευτυχία να έχουμε στόχους και να ακολουθούμε την πορεία προς την υλοποίησή τους. Είναι ευτυχία, αντί για προβλήματα και δυσκολίες, να βλέπουμε το καθετί ως ένα παιχνίδι όπου κάτι έχουμε και θέλουμε να πετύχουμε. Τα παιδιά είναι μες τον ενθουσιασμό για το καθετί που κάνουν κι εμείς μπορούμε να τα μιμηθούμε υιοθετώντας την ίδια στάση σε όσα κάνουμε και τότε η ζωή μας θα είναι πιο όμορφη. Θα είναι παιχνίδι!   




 [πρώτη δημοσίευση στο "bonusmallmag", τεύχος 53

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου