Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2018

Χρόνια πολλά!


Oliver Jeffers



Μπορώ να βάλω το χέρι μου στη φωτιά για το κομμάτι της μαγείας που όλοι έχετε μέσα σας.

Από οποιο πηγάδι κι αν αναβλύζουν οι ζωές μας, είναι βαθύ, μυστηριώδες, άγριο και ανέγνωστο. Δεν μπορώ να το ελέγξω ούτε εσείς μπορείτε.

Μην ξεχνάτε ότι υπάρχουν πράγματα τόσο όμορφα, τόσο θεσπέσια, που καλύτερο θα ήταν να μη μιλάμε γι’ αυτά αλλά μόνο να τα βιώνουμε.

Το να ανακαλύπτουμε, να αξίζουμε, να αισθανόμαστε αυτά για τα οποία δεν μπορούμε να μιλήσουμε είναι μια αποστολή εξαίρετη.

Όταν έχετε αμφιβολία, ο Χρυσός Κανόνας είναι πάντα διαθέσιμος: 
Να κάνετε στους άλλους αυτό που θα θέλατε να σας κάνουν.

Να εμπιστεύεστε τους ανθρώπους που σέβεστε, που αγαπάτε, που σας αγαπούν, αλλά σε ό,τι έχει να κάνει με θέματα σημαντικά, θα εμπιστεύεστε το ένστικτό σας. Να μην παραπλανάστε και μη βιάζεστε. 
Υπάρχει άφθονος χρόνος να κάνετε λάθη.

Κάνετε τις δύσκολες ερωτήσεις. διαβάζετε πώς τις έχουν απαντήσει οι γεροντότεροι. Οι πρόγονοί μας δεν ήταν ελαφρόμυαλοι.

Δε φτιάξατε τα βουνά ούτε τους ωκεανούς ούτε τον ήλιο ούτε τη βροχή. Δε φτιάξατε ούτε τους ίδιους σας τους εαυτούς. Άρα μπορείτε να χαλαρώσετε τους σφιγμένους σας ώμους – η ευθύνη του κόσμου δεν ακουμπάει μόνο σε εσάς.

Το να περπατάει κανείς πάνω στο χώμα είναι αρκετά μεγάλο θαύμα.


["Κώδικας για ιππότες", Ίθαν Χοκ / εκδ.Πατάκη]



Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Πόσο «φίλος» να είμαι για το παιδί μου;





Για τα παιδιά μας είμαστε γονείς!
Μόνο και εξολοκλήρου γονείς. Τίποτα άλλο. Και τα παιδιά μας χρειάζονται από εμάς να είμαστε γονείς τους.

Και αυτό είναι κάτι εξαιρετικό και απίστευτα σημαντικό!

Το να είναι κάποιος ο γονιός ενός ή περισσότερων ανθρώπων σημαίνει ότι από τον χρόνο μηδέν (ή μάλλον από πολύ νωρίτερα) είναι ο άνθρωπος που γίνεται παράδειγμα και μπορεί να είναι και να γίνει η προβολή στο μέλλον του ανθρώπου που φέρνει στον κόσμο.

Δηλαδή να εμφυσά αξίες, στάσεις και ιδανικά τόσο με το λόγο του όσο, κυρίως, με τη στάση και το παράδειγμά του. Και αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο έργο ενός ανθρώπου, δηλαδή το να αποτελεί πρότυπο σε έναν άλλο, να τον επηρεάζει απλώς με το να υπάρχει!

Ο γονέας δεν είναι φίλος. Είναι αυτός που πάντα στέκεται εκεί με σκοπό να ενισχύει και να ενδυναμώνει κάθε προσπάθεια του παιδιού του και να το βοηθάει και να το στηρίζει σε κάθε παραπάτημα ή αστοχία του.

Ο γονέας δεν μπορεί να είναι φίλος. Όμως μπορεί να είναι φιλικός, συγκαταβατικός και υπομονετικός με το παιδί του.

Ο γονέας είναι αυτός που έχει το δύσκολο έργο να γίνει «σκληρός» βάζοντας όρια ή θέτοντας απαγορεύσεις, όπου κινδυνεύει η ακεραιότητα του παιδιού και να δείξει ότι ο δρόμος προς την ευτυχία είναι μέσα από προσπάθεια και επιμονή και από την ικανότητα να συνυπάρχεις με άλλους ανθρώπους.

Ο γονέας είναι αυτός που πρέπει να αναδείξει τις ικανότητες του παιδιού του και να το στηρίξει ώστε να οδηγηθεί στην αυτονομία, την ανεξαρτησία αλλά και την ελευθερία που έρχεται, όταν κάποιος ακολουθεί τα όνειρά του!

Ένας γονέας, δεν χρειάζεται να είναι φίλος στο παιδί του ώστε αυτό να του μιλάει για όλες τις απόκρυφες σκέψεις ή πράξεις του. Αρκεί μόνο να εμπνέει τόση εμπιστοσύνη και ασφάλεια ώστε να ξέρει το παιδί ότι έχει έναν σταθερό άνθρωπο -άνθρωπο πυξίδα- που μπορεί να απευθύνεται.

Κάθε παιδί, θα βρει πολλούς φίλους στη ζωή του. Γονείς έχει δύο και μοναδικούς.  
Το έργο μας είναι τόσο μεγάλο και σπουδαίο όσο σπουδαίος μπορεί να γίνει ένας άνθρωπος στη ζωή του!

Ας είμαστε γονείς στα παιδιά μας! Είμαστε οι μοναδικοί που έχουν!

Είστε μοναδικοί!
  





Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018

Πώς να δημιουργήσω "ποιοτικό χρόνο" με το παιδί μου;

Έφη Λαδά 


Ακούγεται συχνά από ανθρώπους που δίνουν συμβουλές σε γονείς που είναι πολυάσχολοι (ποιος δεν είναι στις μέρες μας!), η φράση "να περνάς ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά σου". 
Όμως τι σημαίνει αυτό; Πώς μπορεί να γίνει και τι χρειάζεται ως προϋπόθεση;

Ας το πάρουμε από την αρχή!
Η λέξη ποιοτικό σημαίνει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που αξιολογούν κάτι ή κάποιον. 

Όταν ακούμε αυτή τη φράση, το μυαλό μας συχνά πηγαίνει σε δράσεις φανταχτερές, προορισμούς ιδιαίτερους, χρόνο που σταματάμε (ως γονείς) να κάνουμε οτιδήποτε άλλο και αφιερωνόμαστε εξολοκλήρου στα παιδιά κ.ο.κ..

Καλά είναι αυτά. Όμως αυτά δεν είναι πάντα εφικτά, λόγω της πραγματικότητας που βιώνουμε, η οποία έχει πολλές ανάγκες και απαιτήσεις κάθε λεπτό.

Τι κάνουμε, λοιπόν; 
Η κατάσταση δείχνει αδιέξοδη.

Τα ευχάριστα νέα είναι ότι στην πραγματικότητα δε χρειάζεται σχεδόν τίποτα για να δημιουργήσουμε αυτόν τον "ποιοτικό" χρόνο. Το μόνο που χρειάζεται είναι να μαζέψουμε και να δώσουμε όλη μας την προσοχή και το ενδιαφέρον στο τι κάνουμε εκείνη την ώρα με το παιδί μας, αφαιρώντας όλες τις σκέψεις, τις έγνοιες και τα άγχη, ενώ ταυτόχρονα θα είμαστε "όλοι αφτιά" για το τι έχει να μας πει. Και τότε τα αποτελέσματα (θα) είναι μαγικά!

Αυτό, στην πραγματικότητα, σημαίνει να αντλούμε απόλαυση από ό,τι κάνουμε. 
Δε χρειάζεται να οργανώσω μια εκδρομή με το παιδί μου, για να περάσω ποιοτικό χρόνο μαζί του. Μπορώ, απλά, να απολαύσω για παράδειγμα την προετοιμασία του μεσημεριανού φαγητού και το φαγητό μαζί του. Δηλαδή, με άλλα λόγια, το μεσημεριανό ή βραδινό γεύμα να γίνει ο ποιοτικός χρόνος μαζί του!

Αν, στην πορεία μας ως γονείς, ψάχνουμε πότε θα φτιάξουμε χρόνο για τα παιδιά μας και ψάχνουμε τι ιδιαίτερο μπορούμε να κάνουμε μαζί τους, τότε κάποια στιγμή θα ανακαλύψουμε ότι όλη η παιδική τους ηλικία πέρασε και εμείς δεν ήμασταν εκεί να την χαρούμε μαζί τους! 

Ο ποιοτικός χρόνος είναι η ενέργεια και η όρεξη και η φροντίδα που βάζω σε κάτι. Όπως ποτίζω τα λουλούδια μου και ανθίζουν, έτσι πρέπει να "ποτίζω" και κάθε σχέση που έχω, είτε πρόκειται για το παιδί μου είτε για τον άντρα μου είτε για τους φίλους είτε στη δουλειά μου είτε οπουδήποτε αλλού! Δεν χρειάζονται πολλά. Αλλά αυτά που επιλέγουμε να τους δίνουμε αξία και προσοχή.

Ας φροντίσουμε, όλες τις στιγμές που έχουμε με τα παιδιά μας να τους δίνουμε τα χαρακτηριστικά του "ποιοτικού χρόνου". Να έχουν πάντα αυτό το ιδιαίτερο που θα τις κάνει να διαφέρουν και να είναι σημαντικές! Να είναι το δώρο που κάνουμε σε εμάς και τα παιδιά μας!


[ζωγραφιά μαθητή β' δημοτικού]















Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Τα "γιατί" της ανάγνωσης - Κάθε βιβλίο είναι ένα "Ταξίδι"





«Αλήθεια, αν υπήρχε ένας μαγικός τρόπος να ταξιδέψεις κάπου μακριά,
Τι θα έκανες; Πού θα πήγαινες;»


κι εγώ θα πρόσθετα, πώς θα πήγαινες;

Άραγε, πόσος ενθουσιασμός χωράει κατά την ανάγνωση ενός βιβλίου; Και πόσα συναισθήματα;

Ο λόγος για το «Ταξίδι» του Aaron Becker (εκδ.Φουρφουρί). Ένα βιβλίο χωρίς λόγια.
Παίρνω αφορμή ξανά από ένα παιδικό (και όχι μόνο) βιβλίο που με έκανε να θυμηθώ, ξανά, την αξία του διαβάσματος και το πόσο σημαντικό είναι την αγάπη αυτή να την μεταλαμπαδεύουμε στα παιδιά μας!


Γιατί το διάβασμα και η ανάγνωση βιβλίων είναι ταξίδι, είναι ελευθερία, είναι συντροφιά… και αυτό είναι που πρέπει να νιώσουν τα παιδιά! Ότι τους προσφέρει κάτι πολύτιμο, κάτι που ανά πάσα στιγμή, σε όποιο μέρος κι αν βρίσκονται και όποια ώρα της ημέρας, θα μπορούν να βρίσκουν και να απολαμβάνουν!

Συχνά, ακούω γονείς ή και εκπαιδευτικούς να ψάχνουν βιβλία που τα παιδιά τους «κάτι να μαθαίνουν» από αυτά. Ή να αναζητούν βιβλία πιο μεγάλα και με περισσότερο κείμενο και με λιγότερες εικόνες… Όχι! Αυτά είναι λάθος κριτήρια και λάθος στόχοι! Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που οι Έλληνες δεν διαβάζουν πολύ. Γιατί έχουν στο μυαλό τους ότι πρέπει να διαβάζουν για να μάθουν.

Πριν από χρόνια, με μία ομάδα παιδιών, ηλικίας 6-12 ετών (ταυτόχρονα), έκανα εργαστήρι ανάγνωσης. Αφού είχαμε διαβάσει αρκετά βιβλία, τους έφερα το βιβλίο «Le livre qui rend heureux», που και αυτό είναι μία ιστορία από εικόνες. Τα παιδιά μαγεύτηκαν! «Διάβαζαν» με απόλυτη ησυχία (όσο εγώ γυρνούσα αργά τις σελίδες). Στο τέλος της ιστορίας μού είπαν ότι άκουγαν τους ήρωες. Ότι είχαν μπει μέσα στην ιστορία... 
Αυτό επαναλήφθηκε και δεύτερη και τρίτη φορά... Και κάθε φορά το συναίσθημα ήταν το ίδιο και πιο δυνατό. Τα παιδιά αυτά είχαν αγαπήσει το να μπαίνουν στις ιστορίες και πλέον τις αναζητούσαν. 

Όσοι ενήλικες αγαπάμε το διάβασμα, αγαπάμε αυτό το συναίσθημα που μας προκαλεί η ανάγνωση μιας ιστορίας: το να μπαίνουμε μέσα σε αυτή και να «βιώνουμε» τις καταστάσεις. Άρα γιατί από τα παιδιά μας να ζητάμε κάτι διαφορετικό; Πώς θα γίνουν αναγνώστες αν και σε αυτό υπάρχει ένα «πρέπει», που αφαιρεί όλη την απόλαυση που έχει ένα βιβλίο;

Το «Ταξίδι» κρύβει στις εικόνες του όλη την παιδικότητα και τη φαντασία που μπορεί να υπάρξει. Είναι ένα βιβλίο που μιλάει. Που μπορεί να μιλήσει στις καρδιές και να τις συνεπάρει! Ας τολμήσουμε να «διαβάζουμε» τέτοια βιβλία στα παιδιά! 

Ας τους δείξουμε τον τρόπο να ταξιδεύουν…








Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018

Γεφυρώνοντας το χάσμα...




  
Εκτός από εκπαιδευτικός, είμαι και μητέρα ενός εφήβου (β’ λυκείου, φέτος). Οι δύο αυτές ιδιότητες με κάνουν να εξετάζω και να ελέγχω καθημερινά τον κάθε ρόλο, με τη βοήθεια του άλλου.

Έτσι, λοιπόν, με τον γιο μου είμαι σε μια διαρκή επαγρύπνηση, παρατήρηση και αυτοπαρατήρηση. Παρατηρώ, πέρα από το πώς συνδέεται μαζί μου, στον κοινό μας χώρο και χρόνο, τον τρόπο που συνδέεται με τους φίλους του, τις δραστηριότητές του, τα ενδιαφέροντά του… Και μου φέρνει έκπληξη κάθε φορά που ανακαλύπτω κομμάτια από τον εσωτερικό του κόσμο.

Εμείς, ως άνθρωποι μιας προηγούμενης γενιάς, έχουμε περάσει τα παιδικά μας χρόνια τελείως διαφορετικά. Παίζαμε αλλιώς, είχαμε άλλες δραστηριότητες, άλλες επιλογές, ελευθερίες και ευκαιρίες, ελάχιστη τεχνολογία… Σίγουρα υπάρχουν θετικές και αρνητικές πτυχές αν θέλουμε να συγκρίνουμε το τότε με το σήμερα. Συνήθως, βλέπουμε και εστιάζουμε στα αρνητικά – αυτά που με το πέρασμα του χρόνου χάθηκαν και τη θέση τους πήραν άλλα, τα οποία κάποιες φορές υποτιμούμε.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η χρήση των υπολογιστών και γενικότερα κάθε είδους τεχνολογία. Όμως, είναι αδιαμφισβήτητο ότι παρόλα τα «στραβά» που τείνουμε να βλέπουμε, υπάρχουν και πολλά θετικά, στα οποία αν δε δώσουμε χώρο στα παιδιά μας να τα εκφράσουν, δε θα αντιληφθούμε ποτέ την αξία τους.

Είναι απολύτως φυσιολογικό ένας έφηβος να μην μοιράζεται τα πάντα με τους γονείς του (ποιος από εμάς έχει κάνει κάτι διαφορετικό άλλωστε!). Επίσης, είναι αναμενόμενο να μην έχουν τον ίδιο τρόπο σκέψης και τρόπο λειτουργίας με εμάς. Για παράδειγμα, αν εμένα μου αρέσει το σπίτι να έχει τάξη, ένας έφηβος τα έχει όλα χύμα, αν εγώ φροντίζω να έχω σαφές πρόγραμμα για τις δουλειές μου, οι έφηβοι αυτοσχεδιάζουν – ψιλοπασαλείβουν, δοκιμάζουν τα όρια και τις αντοχές τους ως προς τον ύπνο, τα ξενύχτια, την αδιαβασιά, το ντύσιμο κ.ο.κ..

Δίνοντας βάση και αξία στις διαφορές αυτές και στις εντάσεις που προκύπτουν από αυτά, απλά καταφέρνουμε να τα απομακρύνουμε από κοντά μας και να μεγαλώνει η απόσταση και το «χάσμα» μεταξύ μας. Αυτό δε σημαίνει ότι ως γονείς πρέπει να παραιτηθούμε από την προσπάθεια να αποκτήσουν την κουλτούρα να βάζουν και να τηρούν ένα πρόγραμμα ή τάξη στη ζωή τους γενικότερα. Όμως η ενασχόληση μόνο με αυτά, απλά εντείνει τις διαφορές ανάμεσά μας.

Η περίοδος της εφηβείας είναι η ευκαιρία για εμάς να δούμε και να γνωρίσουμε καταρχήν και να σταθούμε δίπλα και να ενδυναμώσουμε αυτόν τον άνθρωπο που φτάνει στην ενηλικίωση και αρχίζει να στέκεται πιο αυτόνομα και ως μια μοναδική και ξεχωριστή οντότητα που διαμορφώνει τον χαρακτήρα και τον τρόπο να είναι μες τα πράγματα και να τα ορίζει.


Οι έφηβοι είναι στη φάση όπου, μέσα από πειραματισμούς και δοκιμές, κάνουν τα πρώτα βήματα προς την αυτονομία και την επερχόμενη ανεξαρτησία. Κάποιες φορές τα βήματα είναι ατσούμπαλα ή κάνουν λάθος ενέργειες. Είναι πολύ πιο σημαντικό να νιώθουν ότι είμαστε κοντά τους να τα βοηθήσουμε και να σταθούμε ως βοηθοί, ως οι σταθεροί άνθρωποι που μαζί μας μπορούν να απολαμβάνουν αποδοχή και εμπιστοσύνη, παρά να αφήνουμε την καθημερινότητα να μας «τρώει» και να μας απομακρύνει. 


Ως ενήλικες έχουμε εμπειρία και γνώση. Ως γονείς οφείλουμε και είναι συμφέρον μας να έχουμε κατανόηση για το στάδιο που βρίσκονται και τις ανάγκες τους, ώστε να μπορούν να μας έχουν ως σημεία αναφοράς και ασφάλειας στις δυσκολίες που θα συναντούν!





Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

Όρια και κανόνες: τα θέτει ο γονιός και όχι το παιδί!




Κάθε άνθρωπος και κάθε οργανισμός, σε κάθε περιβάλλον, δοκιμάζει τη δύναμή του, τις ικανότητές του, τις αντοχές του…
Όταν επιδιώκουμε κάτι, δοκιμάζουμε, μπορεί να αποτύχουμε, να ξαναδοκιμάσουμε... μέχρι το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτή η υγιής διαδικασία και συμπεριφορά μάς κάνει να πετυχαίνουμε τους στόχους μας, παρ' όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα παιδιά. Έρχονται στον κόσμο και δοκιμάζουν συνέχεια και το καθετί! Μόνο που τα παιδιά δεν έχουν ακόμα σαφή αντίληψη και γνώση των δικών τους ορίων. Έτσι, ξεκινώντας, δεν ξέρουν πόση δύναμη πρέπει να βάλουν για να ανοίξουν ένα συρτάρι, ούτε αν θα χτυπήσουν πηδώντας από ψηλά κ.ο.κ.
Γνωρίζοντας αυτό το δεδομένο, αντιλαμβανόμαστε πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των γονέων ή όσων έχουν τη φροντίδα των παιδιών.
Υπάρχει ανάγκη ο γονέας να επιβλέπει και μερικές φορές να περιορίζει κάποιες ενέργειες των παιδιών που μπορεί να γίνουν επικίνδυνες στο παιδί. Ταυτόχρονα, οφείλει να το βοηθάει να αποκτήσει τα κριτήρια ώστε βαθμιαία να είναι σε θέση να αναγνωρίζει ό,τι είναι επικίνδυνο και από μόνο του να το αποφεύγει, χωρίς να επιβάλλεται παρέμβαση του γονιού.
Έτσι περνάμε σε ένα άλλο επίπεδο όπου, ενώ ο γονιός βάζει όρια και σταματάει το παιδί του, ταυτόχρονα του δίνει τον απαραίτητο χώρο ώστε να δοκιμάζει βαθμιαία πιο επικίνδυνες δραστηριότητες και παιχνίδια.
Μέσα από κινητικά παιχνίδια τα παιδιά μαθαίνουν να αναγνωρίζουν τα όρια του εαυτού τους και να προχωρούν ένα βήμα παραπάνω τη φορά.
Ας πάμε τώρα στη γενικότερη έννοια της οριοθέτησης. Όσον αφορά τα θέματα ασφάλειας που προαναφέραμε, όλα φαίνονται σχετικά απλά και σαφή. Ωστόσο, υπάρχει μια κατηγορία ορίων που δεν αφορούν την ασφάλεια, αλλά γενικότερα θέματα διαπαιδαγώγησης, όπως η ώρα του ύπνου, η ισορροπία ανάμεσα σε υποχρεώσεις (σχολείο, διαβάσματα κ.λπ.) και ελευθερίες, ο χρόνος που μπορούν να παίζουν σε τάμπλετ και αργότερα το πότε ή μέχρι πόσο αργά μπορούν να είναι έξω κ.ο.κ.
Εδώ τα πράγματα φαίνεται να αναμορφώνονται. Η οριοθέτηση ως προς αυτά δείχνει να μην αγγίζει θέματα ασφάλειας, ούτε υπάρχει η απολυτότητα που χαρακτηρίζει την προηγούμενη κατηγορία.
Ανά οικογένεια και παιδί τα πράγματα αλλάζουν. Δεν είναι για όλους όλα εξίσου σημαντικά, ούτε τα παιδιά είναι ίδια και με τον ίδιο τρόπο απαιτητικά. Και αυτό ακριβώς δημιουργεί πρόβλημα και μπέρδεμα.
Δεν υπάρχει ένας σαφής λόγος που να λέει πόσο συχνά ή πόσο πολύ μπορεί να τρώει κάποιος παγωτό ή κάθε πότε και μέχρι πόσο αργά μπορεί ένας έφηβος να βγαίνει για βράδυ. Αυτά είναι στην κρίση της οικογένειας –των γονιών– και προκύπτουν από τη δυναμική των σχέσεων.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα παιδιά και οι έφηβοι φαίνεται να έχουν πολλούς τρόπους να επιβάλλουν τα θέλω τους στους γονείς. Δοκιμάζουν, επιχειρηματολογούν, πιέζουν και με κάθε τρόπο προσπαθούν να πετύχουν αυτό που επιθυμούν. Και οι γονείς μπαίνουν σε διαδικασία αμφισβήτησης όσων προσπαθούν και δημιουργούνται εντάσεις στις σχέσεις τους με τα παιδιά, ενώ ταυτόχρονα αισθάνονται ενοχές και συχνά υποχωρούν ή αναθεωρούν προκειμένου να αποφύγουν περιπλοκές.
Η οριοθέτηση των παιδιών είναι μία διαρκής διαδικασία, πρώτα και κύρια από τους γονείς. Πριν από κάθε ενέργεια πρέπει ο γονιός να είναι σίγουρος και να έχει ο ίδιος απαντήσει σε κάθε «γιατί» που μπορεί να τεθεί.
Ελάχιστα πράγματα είναι αυτονόητα (π.χ. δεν κλέβουμε) και πλέον είμαστε σε κοινωνία όπου τα παιδιά έχουν λόγο με επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα, αν και ενίοτε αυτά είναι καρπός της άγνοιας, της παρανόησης ή και προσχηματικά.
Η σχέση με τα παιδιά μας είναι κάτι δυναμικό που συνεχώς δημιουργείται (ή, αν δεν προσέξουμε κι αν δεν φροντίσουμε, διαλύεται).
Είναι λοιπόν αναγκαία η διαρκής εγρήγορση και επαφή μαζί τους, ώστε τα όρια που βάζουμε να έχουν λογική και να προάγουν μελλοντικά την ελευθερία και ολοκλήρωσή τους.
Η θέσπιση ορίων είναι μόνο μία πλευρά της ευρύτερης παιδαγωγικής που αποβλέπει στο να μάθει το παιδί να παίζει με κανόνες, θεμέλιο του κοινωνικού βίου. Στο ποδόσφαιρο, για παράδειγμα, υπάρχουν σαφή όρια, που η παράβασή τους επισύρει συνέπειες (φάουλ, πέναλτι, οφσάιντ, ακόμη και η συμπεριφορά των φιλάθλων επισύρει ποινή για την ομάδα).
Όμως, η βαθύτερη λογική και απόλαυση του παιχνιδιού δεν είναι απλώς να σεβόμαστε τα όρια. Είναι να κερδίσουμε παίζοντας με κανόνες.
Άρα, τα όρια είναι ένα εργαλείο στην υπηρεσία της γονεϊκής λειτουργίας η οποία, για την καλή πορεία του προς ό,τι επιθυμεί, του παρέχει αγάπη και κανόνες.

*εκπαιδευτικός, συγγραφέας, συνεργάτις του Ινστιτούτου «Γαληνός»


Η θεματική θα αποτελέσει το 4ο μάθημα στον κύκλο σεμιναρίων που θα λάβει χώρα στο Ινστιτούτο, στις 18/01/2019.
Περισσότερες λεπτομέρειες εδώ: Γονέας: Η τέχνη της αποτελεσματικότητας 

[πρώτη δημοσίευση στην Εφημερίδα των Συντακτών ]

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

Κανόνες




Ακούμε συχνά πως για να μπορέσει να λειτουργήσει κάτι χρειάζεται κανόνες που όλοι να ακολουθούν. Επίσης, ακούμε για εξαιρέσεις ενός κανόνα, δηλαδή τις φορές ή τις περιπτώσεις όπου κάτι σταματάει να ισχύει και ισχύει κάτι διαφορετικό. Άλλοι πάλι λένε ότι οι κανόνες περιορίζουν τον βαθμό δράσης ή ότι εξασφαλίζουν συνθήκες, ασφάλεια, κανονικότητα…

Τι είναι όμως οι κανόνες και γιατί και πότε υπάρχει ανάγκη για αυτούς;
  
Ο κανόνας είναι κάτι που ρυθμίζει τις σχέσεις ή τον τρόπο που μπορεί κάποιος να ενεργεί. Κάτι σαν νόμος δηλαδή. Σε μια πιο ελεύθερη ερμηνεία, σύμφωνα πάντα με το λεξικό, κανόνας είναι ό,τι ισχύει και συμβαίνει τις περισσότερες φορές.

Ας ξεκινήσουμε από τον δεύτερο ορισμό: ο κανόνας είναι κάτι που συνήθως συμβαίνει, για παράδειγμα κατά κανόνα κάθε Κυριακή βλέπω τους παππούδες μου. Αυτός ο ορισμός δίνει μια κανονικότητα σε μία πράξη ή κατάσταση. Την κάνει αποδεκτή. Δεν έχει να κάνει με το καλό ή το κακό, το ωφέλιμο ή επιβλαβές αλλά με μια ρουτίνα – επαναληψιμότητα ενός πράγματος.

Τέτοιες καταστάσεις, είτε τις δημιουργούμε εμείς είτε υπάρχουν χωρίς τη δική μας παρέμβαση (όπως για παράδειγμα τα λουλούδια την άνοιξη), φέρνουν αίσθημα ασφάλειας. Είναι αυτό που είμαστε μαθημένοι να κάνουμε ή να έχουμε ή να συμβαίνει. Σίγουρα πολλά από αυτά, αν θέλουμε, μπορούν να αλλάξουν. Όμως η παρουσία τους και η επανάληψή τους μας θέτει ένα πλαίσιο δράσης.

Κάπως έτσι λειτουργούν τα εβδομαδιαία – μηνιαία – ημερήσια προγράμματα, οι εναλλαγές των εποχών, οι γιορτές ή επέτειοι κ.ο.κ.. Όλη μας η ζωή είναι δομημένη και βασίζεται σε τέτοιες κανονικότητες και ρουτίνες. Είναι σαν να λέμε τα όρια που θέτουμε και δρούμε μέσα σε αυτά. Οι κανόνες-μας.

Όμως, αν ισχύει κάτι τέτοιο, γιατί υπάρχει και ο ορισμός ο πρώτος; Γιατί υπάρχει ανάγκη να τίθενται κανόνες που ρυθμίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων; Που να λένε τι επιτρέπεται και τι όχι και τι ποινή ή συνέπεια θα υπάρχει σε περίπτωση παραβίασης αυτών;

Μπαίνοντας σε μια τάξη για μάθημα, ένα από τα πρώτα που κάνει ένας εκπαιδευτικός είναι να βγάζει με τους μαθητές του τους κανόνες της τάξης. Τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνεται εν ώρα μαθήματος, διαλείμματος κ.λπ.. Το ίδιο συμβαίνει και σε κάθε άλλο πλαίσιο: η πολιτεία θέτει κανόνες – νόμους, οι οικογένειες το ίδιο, οι εργασιακές σχέσεις καθορίζονται από αυτό… Τι οδηγεί όμως σε αυτό; Από πού προκύπτουν;

Ας πάρουμε ξανά την περίπτωση των κανόνων μέσα στην τάξη. Κάποιοι από τους πιο συνηθισμένους κανόνες είναι «για να μιλήσεις, σήκωσε το χέρι σου και περίμενε να πάρεις άδεια» ή «διατηρώ τον χώρο της τάξης καθαρό» ή «φροντίζω τα βιβλία και τα τετράδιά μου» ή «προσέχω τον δάσκαλο ή τον συμμαθητή μου όταν μιλάει» και άλλα τέτοια πολλά… Όλα αυτά στην πραγματικότητα προσπαθούν να περιγράψουν την επιθυμητή ή μη συμπεριφορά ενός μαθητή. Να του δείξουν τι μπορεί το σχολείο να δεχτεί και τι όχι.

Σε μια δεύτερη ανάγνωση όλων αυτών, οι κανόνες προκύπτουν από τις συμπεριφορές των παιδιών ή καλύτερα από συμπεριφορές που δυσκολεύουν. Έτσι δεν υπάρχουν κανόνες για το πώς να τρώνε ή πόσο γρήγορα να πηγαίνουν με τα ποδήλατά τους και περιορίζονται σε κανόνες για επικοινωνία, συνύπαρξη μέσα στην τάξη, συνεργασία…  

Άρα, αυτό που μας οδηγεί στον κάθε κανόνα είναι μια συμπεριφορά που παρατηρούμε και δεν φέρνει συνολικά το επιθυμητό αποτέλεσμα. Συνεπώς μιλάμε για κάτι που θεωρούμε ως παράβαση και θέλουμε να το περιορίσουμε ή να το σταματήσουμε.

Κι εδώ είναι το λεπτό σημείο! Ναι, όταν όλα τα παιδιά μιλάνε μαζί, πρέπει να θέσω τους κανόνες που λένε ότι σηκώνω το χέρι μου, περιμένω τη σειρά μου, ακούω αυτόν που μιλάει. Έχω την «παράβαση» και απαιτώ το σωστό και τη συμμόρφωση. Άρα είναι ένας κανόνας που αναγκάζομαι να τον βάλλω σε ισχύ, επειδή βλέπω ότι κάτι άλλο υπάρχει ως συμπεριφορά που κάτι εμποδίζει.

Ας το δούμε αλλιώς – από την ανάποδη…
Η εμπειρία μου μου έχει δείξει ότι όσο πιο ενδιαφέρον είναι το μάθημα, δημιουργικό και κοντά στα παιδιά και τα ενδιαφέροντά τους, τόση μικρότερη είναι η ανάγκη να τεθούν κανόνες.

Ακόμα και πολύ μικροί μαθητές δείχνουν σεβασμό και ανάγκη να είναι μέρος του συνόλου και της ομάδας, χωρίς αυτό να είναι προϊόν εξαναγκασμού κάποιου άλλου. Δε θα ξεχάσω ένα μάθημα γλώσσας, με παιδιά β’ δημοτικού: εξηγούσαμε λέξεις, δίνοντας ορισμούς και παραδείγματα. Ένας μαθητής είχε να πει τόσα πολλά που είχε σηκωθεί όρθιος και μίλαγε με πάθος! Οι υπόλοιποι παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον και του έκαναν ερωτήσεις ή συμπλήρωναν. ΚΑΝΕΝΑΣ δεν σήκωνε το χέρι του για να μιλήσει. Όμως συμμετείχαν όλοι! Επίσης, κανένας δεν ένιωσε την ανάγκη να πει στον μαθητή να καθίσει στη θέση του.

Παρόμοια είχε συμβεί και σε ένα μάθημα ιστορίας, όπου τα παιδιά είχαν «μπει» και ζούσαν σε τόσο μεγάλο βαθμό τις περιγραφές όπου ένας μαθητής είχε σηκωθεί στο πίσω μέρος της τάξης και περπάταγε μπρος-πίσω, ρωτάντας κάθε λίγο ό,τι τον απασχολούσε. Ξανά. Κανείς (ούτε εγώ) δεν ενοχλήθηκε από τη συμπεριφορά του. Ήταν μέρος του μαθήματος, ο τρόπος του μαθητή να συμμετέχει, να θέτει ερωτήματα κρίσεως, να αγωνιά για την εξέλιξη της ιστορίας.

Όταν τα μαθήματα αυτά τελείωσαν, με όλους τους μαθητές ευχαριστημένους, συνέβησαν τα εξής: με τους μαθητές της β’ δημοτικού, οι μαθητές ζήτησαν από τον συμμαθητή τους και εμένα να ξαναγίνει έτσι το μάθημα. Μετά ρώτησα τα παιδιά αν στη διάρκεια του μαθήματος εφάρμοσαν τους «κανόνες της τάξης». Οι μαθητές, συνειδητοποιώντας τι είχε συμβεί, στην αρχή μούδιασαν και σάστισαν. Όταν όμως ρώτησα αν υπήρχε σεβασμός απέναντι σε όποιον μιλούσε, αν ο καθένας περίμενε ή συμπλήρωνε τον κάθε άλλο μαθητή, άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι οι κανόνες που υπήρχαν στην περίπτωση αυτή δεν είχαν και πολλή αξία! Το ότι φαινομενικά μιλούσε όποιος ήθελε, όποτε ήθελε και χωρίς να σηκώσει το χέρι για να πάρει άδεια γινόταν με τέτοια ροή και επιθυμία για μάθηση που οι κανόνες ήταν άχρηστοι!
Αντίστοιχα και με την δ’ δημοτικού, το αποτέλεσμα ήταν να χτυπήσει κουδούνι για διάλειμμα και να μην θέλει κανείς να βγει έξω.

Αυτά τα μικρά αλλά φωτεινά παραδείγματα, μπορούν να δείξουν τον τρόπο που θα μπορούσε να λειτουργεί η κοινωνία μας. Οι κανόνες λένε το σωστό όταν υπάρχει μια μη-επιθυμητή συμπεριφορά. Αν αυτή δεν υπήρχε, δε θα υπήρχε ούτε κανόνας και ποινή!

Ανάποδα: αν εγώ ως μέλος μιας ομάδας δεν σέβομαι τους γύρω μου, τότε ένας κανόνας θα με υποχρεώσει να το κάνω. Αυτό, με άλλα λόγια, είναι η ηθική. Δηλαδή το κατά πόσο ένας άνθρωπος κινείται με βάση και κριτήριο το μεγαλύτερο καλό και όχι το αποκλειστικά ατομικό του καλό ή συμφέρον. Συνεπώς, αν κάποιος δρα εις βάρος άλλων, άρα χωρίς ηθική, έρχεται ο νόμος και οι κανόνες να τον συνετίσουν.  

Κάθε κοινωνία μπορεί να επιβιώνει όταν έχουν συμφωνήσει τα μέλη της και έχουν αποδεχτεί από κοινού το πώς θα συνυπάρχουν. Όσο μια κοινωνία εξελίσσεται, όσο οι άνθρωποι δρουν βάση ηθικής, τόσο οι νόμοι και οι κανόνες γίνονται ανίσχυροι και χωρίς ουσία. Αυτό όμως είναι κάτι ιδεατό. Η πραγματικότητα δείχνει ότι ακόμα και όταν υπάρχουν άνθρωποι με ισχυρή ηθική μέσα τους, ακόμα και τότε υπάρχουν κάποιοι που δρουν με άλλα  κριτήρια, άρα ο ρόλος και η αναγκαιότητα των κανόνων είναι μεγάλη.

Για άλλη μια φορά, μπορώ να πω ότι τα παιδιά έχουν έντονα μέσα τους την αίσθηση του καλού, του δικαίου και του σεβασμού. Άρα αν τους δείξουμε τον δρόμο προς τον σεβασμό στον εαυτό και τους άλλους, τότε θα μπορούμε να ελπίζουμε και για μια κοινωνία πιο ισορροπημένη που να ευδαιμονεί!




Πρώτη δημοσίευση στο Bonusmallmag: Κ(άπα) όπως κανόνες [τεύχος 66, Μάιος 2018]

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

Ψάχνω χώρο να χωρέσω!



 

Συνηθίζουμε να λέμε για τα μικρά παιδιά, ότι ο πιο περιορισμένος χώρος (όπως παράδειγμα η κούνια με τα καγκελάκια, που κοιμούνται αντί για το μονό κρεβάτι που χρησιμοποιείται αργότερα), τους δίνει ασφάλεια μιας και είναι «ελέγξιμος» από αυτά, δηλαδή μπορούν να αντιληφθούν μέχρι πού φτάνει – εκτείνεται.

Πέρα όμως από τις δικές μας παρεμβάσεις, παρατηρούμε συχνά ότι και τα ίδια τα παιδιά αναζητούν μικρούς και συχνά πολύ περιορισμένους χώρους για να παίξουν. Ο χώρος κάτω από το κρεβάτι, μέσα σε μια μικρή ντουλάπα, μια κούτα, κάτω από ένα τραπέζι… γίνονται χώροι παιχνιδιού.

Σε τι μπορεί να εξυπηρετεί αυτό; Τι μπορεί να μαθαίνει ένα μικρό παιδί από μια τέτοια επιλογή;


Πέρα από την αίσθηση ασφάλειας, η επιλογή αυτή μαθαίνει τα παιδιά κάτι που δε θα μπορούσαν να αντιληφθούν αλλιώς: τα όρια του σώματός τους! Το πραγματικό μέγεθός τους!

Ας το δούμε λίγο καλύτερα αυτό: 

Μέσω της όρασης ένας άνθρωπος βλέπει το μεγάλο και το μικρό, το ψηλό και το χαμηλό, το παχύ και το λεπτό, τα χρώματα, τα σχήματα κ.ο.κ.. Καταλαβαίνει έννοιες όπως «είμαι μικρότερος από…» ή «είμαι ψηλότερος από…». Όμως όλα αυτά δεν του δίνουν κατανόηση για τον δικό του όγκο και το δικό του μέγεθος. Έτσι, δοκιμάζει να περάσει μέσα από, να χωρέσει μέσα σε και βιώνει το μέγεθος και τα όρια του σώματός του. Αντιλαμβάνεται το ύψος του βάση του πόσο πρέπει να σκύψει για να χωρέσει κάτω από ένα τραπέζι ή μέσα σε ένα ντουλάπι. Αντίστοιχα, μπορεί να δοκιμάσει να σταθεί ανάμεσα σε έναν τοίχο και το πλάι μιας βιβλιοθήκη ή να θέλει να περάσει μέσα από το σχεδόν κλειστό παράθυρο.

Όλα αυτά τα παιχνίδια δίνουν την ευκαιρία να «δει» τον εαυτό του, να κατανοήσει τα όρια του σώματός του και να το διαφοροποιήσει από το υπόλοιπο περιβάλλον: φέρνει τον εαυτό του σε επαφή και επικοινωνία με το περιβάλλον, μαθαίνει γι’ αυτό και αντιλαμβάνεται μέσα από αυτό τον εαυτό του.  








Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

H συμμετοχή και η αίσθηση του "ανήκειν"



Προ ημερών μιλήσαμε για την έννοια της δημοκρατίας στο σπίτι και τα προβλήματα που δημιουργούνται όταν οδηγούμαστε σε αυτή μονόπλευρα, δηλαδή έχοντας ως κριτήριο μόνο τα δικαιώματα και ξεχνάμε την αξία των υποχρεώσεων, που απαιτούνται ώστε να υπάρχει ισορροπία. 

Σήμερα θα δούμε πώς μπορεί να ανατραπεί αυτή την κατάσταση και να υπάρξει ισορροπία και υγιείς σχέσεις μέσα στην οικογένεια. 

Για τον σκοπό αυτόν θα συνδέσω την έννοια των υποχρεώσεων με την έννοια της συμμετοχής, παίρνοντας αφορμή από το παρακάτω βίντεο: 

 

Στο σχολείο αυτό έχουν εντάξει στην καθημερινότητα των παιδιών την καθαριότητα του χώρου και τη συμμετοχή τους ως υπεύθυνοι στις αντίστοιχες δραστηριότητες. 

Τα παιδιά μέσα από αυτό νιώθουν ότι προσφέρουν και βοηθούν. Θεωρούν τον χώρο δικό τους, νοιάζονται και χαίρονται που με όσα κάνουν τον κρατάνε καθαρό και περιποιημένο ενώ ταυτόχρονα για να πετύχουν τα αποτελέσματα που θέλουν "αναγκάζονται" να συνεργαστούν.

Φεύγοντας από τα μοντέλα που θέλουν τα παιδιά να εργάζονται και οι μεγάλοι να τους φέρονται σκληρά και αυταρχικά, η πράξη αυτή φαντάζει επίφοβη. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι. Είναι αυτό ακριβώς που λείπει από την κοινωνία μας και που αν γίνει πράξη τότε θα έχουμε ισορροπία και θα μπορούμε να μιλάμε για δημοκρατία μέσα στις οικογένειες.

Με τη συμμετοχή των παιδιών στις δουλειές του σπιτιού, τα παιδιά αισθάνονται ότι προσφέρουν και ανήκουν στην ομάδα. Ότι είναι ισότιμα μέλη. Υπάρχει αίσθημα δικαιοσύνης! 

Κάθε παιδί που έρχεται στον κόσμο ξεκινάει τη ζωή του με το να απολαμβάνει όσα του προσφέρουν απλόχερα οι γονείς του. Υπάρχει έντονα στα παιδιά η ανάγκη να θέλουν να ανταποδώσουν όσα οι γονείς τούς παρέχουν! Γι' αυτό και σε κάθε ευκαιρία μιμούνται όσα κάνουν οι γονείς. Μιμούνται και προσπαθούν να συμμετέχουν, να κάνουν δουλειές, αρέσκονται να κάνουν θελήματα (ακόμα κι αν αυτά δεν έχουν ζητηθεί), επιθυμούν να δείχνουν όσα καινούργια κατάφεραν... 

Με κάθε πράξη τους προσπαθούν να πάρουν αναγνώριση από τους γονείς τους κάνοντας ό,τι θεωρούν ότι θα είναι χρήσιμο και βοηθητικό! 

Θα τολμούσα να πω ότι κάθε παιδί έχει έμφυτη μέσα του την έννοια της δικαιοσύνης και έχει εξίσου μέσα του την ανάγκη του ανήκειν. Το να τα αφήνουμε να κάνουν δουλειές μαζί μας (όπως τα καταφέρνουν) και να τα προτρέπουμε να βοηθούν σε ό,τι γίνεται μέσα στο σπίτι είναι όχι μόνο θεμιτό αλλά και απαραίτητο ώστε μεγαλώνοντας να μπορούν να ζουν αρμονικά, τόσο προσφέροντας στους άλλους όσο και απολαμβάνοντας πραγματικά τα δικαιώματα που έχουν! 



  





Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2018

Η δημοκρατία στο σπίτι




Για άλλη μια φορά, δανείζομαι τον τίτλο ενός βιβλίου για να δω κάποια πράγματα και καταστάσεις που ισχύουν στην ελληνική πραγματικότητα. Αυτή τη φορά παίρνω αφορμή από το βιβλίο του Rudolf Dreikurs "Η δημοκρατία στο σπίτι". 

Ο Dreikurs ήταν ένθερμος υποστηρικτής της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Οραματίστηκε μια δημοκρατική κοινωνία όπου τα παιδιά, από νωρίς θα εκπαιδεύονται και θα προετοιμάζονται για τον ρόλο του υπεύθυνου πολίτη. 

Είναι αλήθεια ότι από τα χρόνια που έδρασε ο Dreikurs, η παιδαγωγική έχει ξεκινήσει να απομακρύνεται από τα αυταρχικά μοντέλα και να αναζητά άλλους τρόπους διαπαιδαγώγησης και εκπαίδευσης. 
Έτσι φτάσαμε στην παρεξηγημένη έννοια της δημοκρατίας μέσα στο σπίτι. 

Ας δούμε, λοιπόν, πώς μια τέτοια έννοια καταλήγει να είναι παρεξηγημένη και μη λειτουργική. 

Αναμφισβήτητα οι γονείς αναζητούν τρόπους να μεγαλώσουν πιο ολοκληρωμένα τα παιδιά τους και να τους δώσουν τα σωστά εφόδια για να βγουν στη ζωή. Το ξύλο και η τιμωρία, πολύ σωστά, άρχισαν να δίνουν τη θέση τους σε άλλες μεθόδους, που θέλουν το παιδί ισότιμο μέλος της κοινωνία. Άξιο να απολαμβάνει σεβασμό αλλά και κάθε άλλο ανθρώπινο δικαίωμα. 

Και σε αυτό ακριβώς το σημείο χάνεται το νόημα! Δίνεται τόσο μεγάλο βάρος στα δικαιώματα των παιδιών αποκλειστικά, που ξεχνάμε οτιδήποτε άλλο. 

Σε μία δημοκρατική κοινωνία υπάρχουν δικαιώματα που πρέπει καθένας να απολαμβάνει όμως υπάρχουν και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις που καθένας έχει απέναντι στους άλλους. 

Η δημοκρατία είναι σαν μια ζυγαριά με δύο πλάστιγγες. Όπου για να ισορροπεί και να λειτουργεί σωστά πρέπει να υπάρχουν ταυτόχρονα και τα δικαιώματα αλλά και οι υποχρεώσεις.

Αυτό που γίνεται στην ελληνική οικογένεια είναι να δίνουμε σημασία μόνο στα δικαιώματα των παιδιών, με αποτέλεσμα να χάνεται τελείως η ισορροπία! 

Δημοκρατία στο σπίτι δε σημαίνει ότι τα παιδιά μπορούν να αποφασίζουν για το καθετί που συμβαίνει ούτε ότι οι γονείς πρέπει να βάζουν στην άκρη κάθε τους δικαίωμα, στο όνομα των δικαιωμάτων των παιδιών. 

Τα τελευταία χρόνια δίνεται τόση βάση στα "θέλω" των παιδιών, που έχει ξεχαστεί και αποσιωπηθεί η έννοια των υποχρεώσεων, στις οποίες πρέπει να εκπαιδευτούν και να μάθουν, με αποτέλεσμα να θεωρούν κάθε δικαίωμά τους αυτονόητο και κάθε υποχρέωσή τους προαιρετική ή υπερβολική

Έτσι φτάνουμε να έχουμε και να είμαστε μια κοινωνία όπου γίνεται ό,τι θέλουν αποκλειστικά τα παιδιά, ενώ οι ενήλικες ακολουθούν τις απαιτήσεις τους ανήμποροι να επηρεάσουν και να ελέγξουν το οτιδήποτε. 

Η φροντίδα και η αγάπη δε συνεπάγεται ότι τα παιδιά κάνουν ό,τι θέλουν - όπως το θέλουν. Άλλωστε, τα παιδιά είναι σε ηλικία που δεν έχουν επαρκή γνώση και δεδομένα για να μπορούν να αποφασίζουν και να αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεών τους (κάτι που απαιτεί η δημοκρατία).

Αντίθετα, την ευθύνη για τα παιδιά την έχουν οι γονείς, οι οποίοι πρέπει να αποφασίζουν για αυτά, με γνώμονα το καλό για την ανάπτυξή τους, ακόμα κι αν κάποιες φορές πρέπει να επιβληθούν για κάτι που το παιδί δεν θέλει ή δεν του αρέσει.

Ένα απλό αλλά αληθινό παράδειγμα: 
Έχω δει και ακούσει για γονείς που δεν φοράνε στα παιδιά ζώνη στο αυτοκίνητο με τη δικαιολογία "του το λέω αλλά δεν θέλει και κλαίει". Σε αυτή την περίπτωση όσο κι αν φωνάζει ένα παιδί, ο γονιός πρέπει (επιβάλλεται!) να επιβληθεί γιατί πρόκειται για ένα θέμα ασφάλειας που το παιδί δεν γνωρίζει τη βαρύτητά του κι ούτε μπορεί να αναλάβει την ευθύνη σε περίπτωση που γίνει κάποιο ατύχημα.

Υπάρχουν κι άλλα πολλά παραδείγματα σαν το προηγούμενο, όπου αφήνουμε τα παιδιά να έχουν τον πρώτο λόγο και που στο όνομα των δικαιωμάτων τους χάνεται όλη η αξία της δημοκρατίας.

Ας ανατρέψουμε την κατάσταση με μικρά βήματα - μικρές αποφάσεις μας που τα παιδιά θα πρέπει να ακολουθούν. Αποφάσεις για το καλό τους και για το καλό της οικογένειας ταυτόχρονα. Και με αυτόν τον τρόπο θα αρχίσουν να εκπαιδεύονται σωστά ώστε να είναι ισότιμα μέλη ομάδων που θα απολαμβάνουν τα δικαιώματά τους  ενώ θα είναι συνεπή και με τις υποχρεώσεις.