Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018

Πώς θα μάθει το παιδί μου να είναι υπεύθυνο;



Αρχίζουν τα σχολεία! 
...και ενώ η φράση ακούγεται όλο χαρά, κάπου μέσα - στο βάθος - κρύβεται η αγωνία πολλών μαμάδων, ειδικά εάν πρόκειται για το πρώτο παιδί.

Η αρχή του δημοτικού είναι σταθμός στη ζωή μιας οικογένειας
Στα πρωτάκια, το δημοτικό χαρακτηρίζεται ως "το μεγάλο" σχολείο. Είναι γεγονός. Όσο μεγάλο ή πολυπληθές κι αν ήταν το νηπιαγωγείο, το δημοτικό πλέον έχει περισσότερα παιδιά αλλά και συνυπάρχουν παιδιά αρκετά διαφορετικών ηλικιών. Αυτό συνήθως αποτελεί για τους γονείς παράγοντα που προκαλεί άγχος και φόβο για την ασφάλεια των παιδιών. Από την άλλη, πέρα από την επιτήρηση που υπάρχει, τα περισσότερα σχολεία φροντίζουν ώστε να προαυλίζονται ξεχωριστά οι διάφορες ηλικίες.

Αυτό το κομμάτι, όμως, είναι το εύκολο ως προς τη διαχείρισή του. Το πραγματικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες είναι η αλλαγή στις καθημερινές ρουτίνες ή καλύτερα το γεγονός ότι καλείται ο νέος μαθητής να είναι συνεπής σε υποχρεώσεις, το διάβασμα στο σπίτι δηλαδή που μέχρι τώρα δεν υπήρχε ή είχε τη μορφή μιας ευχάριστης δραστηριότητας για το Σαββατοκύριακο. 

Όσοι έχουν μεγαλύτερα παιδιά ίσως έχουν ζήσει αγώνες δρόμου και εντάσεις με τα παιδιά τους γιατί καθυστερούν ή αναβάλλουν το διάβασμα, κάνουν πολλή ώρα, έχουν να φύγουν για εξωσχολικές δραστηριότητες και μετά γιατί μας σπάνε τα νεύρα με το χαζολόγημα (θέλω να ξύσω, να ζωγραφίσω, να πιω νερό κ.λπ.), με τα τεράστια γράμματα που πετάνε ή πάνε κυματιστά, που αποφασίζουν να γράψουν με ξυλομπογιά αντί για μολύβι και να ζωγραφίσουν κάτι άλλο που σκέφτηκαν από αυτό που ζητάει η άσκηση... 

Ένα "ουφ!" βγαίνει και όχι άδικα... Όμως πώς χτίζεται η υπευθυνότητα; Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε οι μέρες μας να μην περνάνε τόσο δύσκολα; 

Καταρχήν πρέπει να ξέρουμε ότι κάθε παιδί είναι διαφορετικό και έχει τον δικό του ρυθμό. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει μια προκαθορισμένη ώρα και στιγμή όπου το παιδί θα δείξει τη στάση που περιμένουμε. Αυτό είναι κάτι που όπως είπαμε χτίζεται, βήμα βήμα - μέρα με τη μέρα, θέλει συχνά πολλή υπομονή από εμάς και την πίστη ότι αυτό για το οποίο προσπαθούμε θα φέρει καρπούς (πίστη στον εαυτό μας, δηλαδή και σε όσα κάνουμε)! Γιατί, το ζήτημα δεν είναι να κάνει το παιδί τις εργασίες του αλλά να αποκτήσει τη στάση να φροντίζει από μόνο του τις υποχρεώσεις του, χωρίς να πρέπει να το κυνηγάμε από πίσω εμείς. 


Image result for καυγάδες γονιών  με τα παιδιά τους


Ένα λάθος που γίνεται εδώ είναι στην προσπάθειά μας να πείσουμε το παιδί να του τάζουμε κάτι αν ανταποκριθεί σε αυτό που του λέμε να κάνει ή του αφαιρούμε κάποιο προνόμιο αν δεν ανταποκριθεί. Αυτά τα δύο δε διαφέρουν και πολύ από τη δωροδοκία και την τιμωρία και αυτό που πετυχαίνουν είναι ένα πρόσκαιρο ή και κανένα αποτέλεσμα. 

Το θέμα μας όμως δεν είναι να πάει απλά διαβασμένο και να μας βγαίνει το λάδι κάθε μέρα αλλά πώς θα πειθαρχεί στο ότι πρέπει να διαβάσει, χωρίς να είναι αναγκαία η δική μας παρέμβαση. Υπευθυνότητα δηλαδή. Αυτό, λοιπόν, γίνεται μόνο όταν καταφέρει ή καταφέρουμε να βρει έναν εσωτερικό δικό του λόγο ώστε να διαβάζει. Κίνητρο δηλαδή!  

Εδώ θέλει λίγη δουλίτσα. Θέλει αρκετή συζήτηση, πιθανά σενάρια, λόγους για να κάνει αυτό που του έχει ζητηθεί, επιπτώσεις, ωφέλειες, κέρδη... Συζήτηση με βοήθεια από εμάς ώστε οι απαντήσεις να προκύψουν από το ίδιο το παιδί. Να βρει εκείνο τον δικό του λόγο, ο οποίος πολλές φορές είναι κάτι πέρα από κάθε φαντασία! Πριν από κάποια χρόνια, όταν ζητούσα από τους μαθητές μου τη χρησιμότητα του να έρχονται σχολείο και των μαθημάτων, μια μαθήτρια μου είπε ότι το μάθημα της γλώσσας θα τη βοηθήσει να μάθει να εκφράζεται σωστά και ότι αυτό της χρειάζεται γιατί θέλει να γίνει τραγουδίστρια και θέλει οι άλλοι να την ακούν! Βρήκε τον δικό της λόγο! Δεν μας νοιάζει αν είναι το σύμφωνο με τη δική μας λογική ή το προφανές. Κάθε άλλο! Θέλουμε να βγει ο λόγος, αυτό που θα φέρει ενεργοποίση! Και τότε ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς έχει γίνει και έχουμε βοηθήσει το παιδί μας να πάρει ένα μεγάλο μάθημα ζωής!

Η σχολική ζωή είναι ένα μέρος - ένα κομμάτι της παιδικής ζωής. Το σχολείο δεν είναι αυτό καθεαυτό ο σκοπός αλλά μέσω του σχολείου δίνεται η ευκαιρία για μάθηση, για γνώσεις. Η συνέπεια και η υπευθυνότητα, λοιπόν, είναι μια στάση που πρέπει να αποκτήσει κάθε άνθρωπος, όχι μόνο για να είναι σωστός στο σχολείο αλλά όπου και με όποιον κι αν βρίσκεται. Ας στοχεύσουμε σε αυτά! 


Καλή αρχή! 









Τρίτη 28 Αυγούστου 2018

Είναι εξετάσεις... Όχι πόλεμος!






Τελική ευθεία

Σε λίγο, οι απόφοιτοι λυκείου θα δώσουν εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Δύο μήνες έμειναν, για επανάληψη και τελική προετοιμασία.

Αυτό είναι ανακουφιστικό, αφού μια δύσκολη πορεία φτάνει στο τέλος της. Παράλληλα, όμως, για τα περισσότερα παιδιά και τις οικογένειές τους, όσο πλησιάζουμε προς το τέλος, η κούραση, η αγωνία και το άγχος αυξάνονται.

Τι συμβαίνει, λοιπόν; Για ποιους λόγους αυτό βιώνεται τόσο αρνητικά από παιδιά και γονείς; Και τι μπορούμε να κάνουμε ώστε ως γονείς να βοηθάμε ουσιαστικά, να αποφορτίζουμε και να στηρίζουμε σωστά τα παιδιά μας; Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς και τα παιδιά ώστε να «δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους» στις εξετάσεις;

Ας τα πάρουμε ένα – ένα…


Η ώρα της αλλαγής!

Η ζωή είναι γεμάτη αλλαγές. Μικρές και μεγάλες, σημαντικές και ασήμαντες.

Κάθε αλλαγή δημιουργεί την ανάγκη για μια νέα ισορροπία. Κάθε φορά –σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό- επαναπροσδιορίζουμε τους όρους της ζωής μας για να εναρμονίζεται με τα νέα δεδομένα.

Οι Πανελλήνιες εξετάσεις είναι και αυτές μια αλλαγή. Αλλαγή σε πρακτικό και συμβολικό επίπεδο ταυτόχρονα!

Το παιδί παύει να είναι παιδί και μπαίνει στον κόσμο των ενηλίκων. Ταυτόχρονα, καλείται να έχει ανακαλύψει αυτό που θέλει να ασχοληθεί στην ενήλικη ζωή του και να διαλέξει τον σωστό δρόμο, τις σωστές σπουδές. Άρα καλείται να αναλάβει την ευθύνη τωρινών αλλά και μελλοντικών πράξεων και συνεπειών. Πιθανώς να χρειαστεί να μείνει σε άλλη πόλη, μόνος του ή με άλλους, και κάνοντας ό,τι πρέπει να γίνει για να συντηρηθεί ένας άνθρωπος και ένα σπίτι.

Την ίδια στιγμή, και ενώ όλα αυτά φαίνονται συγκεκριμένα και σαφή, τα νέα δεδομένα είναι άγνωστα στην πράξη για αυτόν που τα βιώνει. Γεγονός που μπορεί να δημιουργεί επιπρόσθετο άγχος και ανησυχία, παρόλο που αντιπροσωπεύουν ένα προχώρημα στη ζωή.

Ταυτόχρονα, όλα αυτά είναι μια πρόκληση! Και ως τέτοια αξίζει να την δούμε τόσο εμείς (ως γονείς) πόσω μάλλον τα παιδιά.


Οδηγίες προς ναυτιλομένους

Είναι σύνηθες (και) οι γονείς να βιώνουν πολλή αγωνία λόγω των εξετάσεων. Σκέψεις όπως «θα τα καταφέρει;», «θα αποδώσουν οι κόποι του;», «τόσα πληρώνω για…», «κι αν χρειαστεί να φύγει μακριά;» και πάλι «θα τα καταφέρει;» και άλλα πολλά τέτοια παρόμοια, κάνουν τους γονείς να παίρνουν βαθιές και βαριές ανάσες…

Αυτό το σφάλμα είναι απίστευτα συχνό, και μοιραίο. Είναι σαν να βγαίνεις στον στίβο να τρέξεις και αντί να κοιτάς τον δρόμο μπροστά και το τέρμα –και τίποτε άλλο!- , όλη την ώρα να κοιτάζεις το ρολόι σου, πού είναι οι άλλοι, πώς αντιδρούν οι θεατές κτό. Ή να παίζεις ποδόσφαιρο με το μάτι και το μυαλό κολλημένα στο ταμπλό του σκορ, χάνοντας έτσι και τη μπάλα και τον ρυθμό του παιχνιδιού και την πραγματικότητα του αγώνα. Το σκορ θα φανεί στο τέλος! Τώρα, απλώς παίζουμε! Και αυτό αρκεί!

Για να δούμε τι θα μπορούσε να γίνει εδώ.

Καταρχάς τις εξετάσεις τις δίνει το παιδί. Όχι ο γονιός. Το παιδί κρίνεται σε μια συγκεκριμένη ύλη και βάση της επίδοσης, θα αποφασιστεί το αν και πού θα περάσει. Άρα δεν είναι εξετάσεις όπου κρίνονται οι ικανότητες και τα ταλέντα ενός ανθρώπου-μαθητή, ούτε το πόσο καλός υπήρξε ο κάθε γονέας. Το να μην μπει κάποιος με την πρώτη στο πανεπιστήμιο δε σημαίνει ότι είναι λιγότερο ικανός γι’ αυτό ή για τη ζωή, ούτε ο γονιός κρίνεται ως ανεπαρκής στον ρόλο του.

Κάθε γονέας κάνει και δίνει όσο περισσότερα μπορεί στο παιδί του ώστε το δεύτερο να καταφέρει να ανταποκριθεί στις εξετάσεις. Το κατά πόσον αυτό θα επιτευχθεί, κρίνεται από πολλούς αστάθμητους παράγοντες που δεν αφορούν πάντα και εξολοκλήρου τον κάθε μαθητή χωριστά ή την προετοιμασία που έχει κάνει, αλλά ένα σύνολο παραγόντων, όπως το πόσο εύκολα ή δύσκολα, προβλεπόμενα ή απρόβλεπτα θα είναι τα θέματα, ποιές σχολές έχουν αυξημένη ζήτηση και άλλα τέτοια που όσο και να θέλουμε ούτε μπορούμε ούτε έχει νόημα να τα ψάχνουμε, γιατί κάθε χρόνο αλλάζουν.

Τέλος, και πολύ σημαντικό και καθοριστικό, είναι να επανεξετάσουμε τον γονεϊκό μας ρόλο. Και τι εννοούμε με αυτό; Να εμπιστευτούμε όλα όσα έχουμε κάνει ως γονείς για το παιδί μας!

Αυτό έχει πολλές προεκτάσεις. Ήδη αναφερθήκαμε στο ότι παρείχαμε στο παιδί μας όσα χρειαζόταν για να μάθει την ύλη που έπρεπε. Όμως υπάρχει ένα σύνολο πραγμάτων πολύ πιο σημαντικό από αυτό. Και αναφερόμαστε σε ό,τι μη υλικό, άρα και μη μετρήσιμο έχουμε προσφέρει στα παιδιά, που είναι και θα γίνει εφόδιο στο να ευτυχήσει το παιδί μας στη ζωή του και να ανταποκριθεί σε κάθε ανάγκη. Συνεπώς αγωνίες όπως «πώς θα τα καταφέρει στη ζωή του» έχουν βάση, είναι εύλογες και είναι ανθρώπινες. Αλλά αν νιώθουμε ότι ως γονείς βοηθήσαμε τα παιδιά μας, τους δώσαμε ευκαιρίες, τα βοηθήσαμε να έχουν κρίση ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν, αυτό αρκεί. Επειδή, με την αγάπη και την κατανόηση που έχουμε δείξει, ξέρουν ότι έχουν και θα συνεχίσουν να έχουν πάντα στήριξη.

Ας μη γελιόμαστε. Οι Πανελλήνιες σηματοδοτούν μεγάλη αλλαγή στη ζωή όλης της οικογένειας. Πέρα από την πρόκληση και την πρακτική και καθημερινή δυσκολία υπάρχει και η ξέχωρη δυσκολία πολλών γονιών να αποχωριστούν το παιδί τους, να συνειδητοποιήσουν ότι ενηλικιώνεται και παίρνει – ή θα έπρεπε να πάρει – τη ζωή στα χέρια του. Επίσης, ως γονείς σταματάμε να έχουμε έλεγχο και «εξουσία» ή «δικαίωμα εξουσίας» πάνω τους… Όμως αυτά είναι η φυσιολογική εξέλιξη και πορεία του ανθρώπου και της ζωής, ακόμη και αν αυτό μας είναι ενίοτε επώδυνο. Είναι η ώρα που ο γονιός πρέπει να αφήσει το παιδί του να πετάξει!

Και εδώ, υπάρχει κάτι μαγικό. Όσο μεγαλύτερη εμπιστοσύνη δείχνει κανείς (στο παιδί του άρα και στη «δουλειά» που έχει κάνει), τόσο το παιδί θα μένει κοντά στους γονείς. Όχι από ανάγκη, ούτε απαραιτήτως χωρικά. Θα έχει και θα συνεχίζει την καλή και ουσιαστική σχέση και επαφή με τους γονείς του. Είναι σαν αυτό που έχει γράψει η Δαρλάση στο παραμύθι της Το δέντρο που είχε φτερά, «Αν μ’ αγαπάς, φτιάξε ρίζες γερές, για να είσαι εδώ για πάντα. Σε σένα πίσω να γυρίζω. Αν μ’ αγαπάς, άσε με να πετάξω μακριά».


Βοήθεια, πνίγομαι!

Φυσικά, πέρα από τους γονείς, αυτός που πραγματικά χρειάζεται στήριξη αυτή είναι οι υποψήφιοι.

Αν ένας γονιός φροντίσει για όλα όσα είπαμε παραπάνω, ήδη έχει εξασφαλίσει ένα μεγάλο κομμάτι βοήθειας. Έχει δημιουργήσει το ασφαλές πλαίσιο που μέσα σε αυτό το παιδί μπορεί να ανακουφίζεται και το άγχος του να καλμάρει αντί να ενισχύεται. Σίγουρα, όσο πιο πολύ φροντίζουμε να υπάρχει ηρεμία στο σπίτι, τόσο αυτό θα περνάει και θα εμποτίζει την καθημερινότητα. Εδώ, εννοείται, δεν αναφερόμαστε καν σε πρακτικές που θέλουν τους γονείς να είναι φορείς πίεσης και πειθούς με το να λένε πόσα περιμένουν από το παιδί, ότι αναμένουν να δουν τις ικανότητές του και άλλα τέτοια που μόνο ως βία μπορούν να χαρακτηριστούν. Μάλιστα το ιδανικό θα ήταν να μην γίνεται καμία εκτίμηση! Καμία απολύτως υπόθεση για το πώς και τι είναι πιθανό να καταφέρει ο μαθητής. Τίποτα! Γιατί ακόμα και ένα σχόλιο του τύπου «σε αυτό το μάθημα θα σκίσεις», μπορεί να λειτουργήσει αγχωτικά: Επειδή και πάλι σε βάζει να κοιτάς το ταμπλό του σκορ και όχι τη μπάλα! Το μετά και όχι το τώρα!

Σε πρακτικό επίπεδο, είναι απολύτως αναγκαίο, να φροντίσουμε ώστε ο μαθητής να κοιμάται καλά, να τρώει σωστά και να κάνει σωματική άσκηση. Ο καλός ύπνος ξεκουράζει το σώμα, καθαρίζει το μυαλό και εξασφαλίζει τη διαύγεια της σκέψης. Δε θα ξεχάσω τον εαυτό μου (Μ.Κ.) στις πανελλήνιες που λόγω κούρασης έκανα αφαίρεση 1-4 και έβγαλα 3, κάτι που μου στοίχισε αρκετές μονάδες από το τελικό αποτέλεσμα.

Αντίστοιχα και με το φαγητό και την άθληση. Η ισορροπημένη διατροφή εξασφαλίζει καλή σωματική κατάσταση και η άθληση συμπληρώνει και βοηθάει τον οργανισμό να εκτονώνεται. Κινείται! Το σώμα είναι σαν μηχανή που έχει και κάνει κάποιες λειτουργίες. Όσο το φροντίζουμε σωστά τόσο ανταποκρίνεται στις ανάγκες μας. Ένα σώμα που το παραμελούμε μπορεί να γίνει εμπόδιο σε κάτι που θέλουμε να κάνουμε.


Πάμε μια βόλτα…

Τέλος, μια τεχνική που μπορεί ένας μαθητής να εφαρμόσει είναι το να πηγαίνει, αν είναι δυνατόν καθημερινά, μια βόλτα με τα πόδια. Αυτό που λέμε «να ξελαμπικάρει το μυαλό». Οι τόσες πολλές ώρες διάβασμα προκαλούν θολούρα και χρειάζονται διάλειμμα. Και ένα ιδανικό διάλειμμα είναι αυτό! Αναζωογονεί τον οργανισμό, μας κάνει να κοιτάμε έξω, μακριά, να ερχόμαστε σε επαφή με τον κόσμο γύρω μας. Διευρύνει τον ορίζοντα, την ψυχή μας, την αίσθηση του ποιος είμαι! Ξεκουράζει και δίνει ενέργεια να συνεχίσουμε! Μισή ώρα χάζεμα κάθε μέρα δυναμώνει την ψυχή και το μυαλό!

Ας ευχηθούμε λοιπόν σε όλα τα παιδιά η διαδικασία αυτή να είναι ένα ακόμη βήμα προς τον ορίζοντα των ονείρων τους!






Μαριάννα Κουμαριανού – Εκπαιδευτικός, Συγγραφέας, Συνεργάτης Ινστιτούτου «Γαληνός»

Νίκος Σιδέρης – Ψυχίατρος, Ψυχαναλυτής, Συγγραφέας,  Επιστημονικός Διευθυντής Ινστιτούτου «Γαληνός»






[πρώτη δημοσίευση στην Εφημερίδα των Συντακτών, Απρίλιος 2018
http://www.efsyn.gr/arthro/einai-exetaseis-ohi-polemos  ]

Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Κ(άπα) όπως κρατάω




Τι θα μπορούσε να δώσει μια λέξη σαν κι αυτή; Ποιο νόημα μπορεί να περιέχει;
Από τις πολλές και κάπως παρεμφερείς ερμηνείες της θα δοκιμάσω αυτές όπου το κρατάω έχει το νόημα της διατήρησης αλλά και της διάρκειας και συνέχειας. Όσο πιο απλή μια λέξη, τόσο μεγαλύτερη και ευρύτερη χρησιμότητα και εφαρμογή έχει. Έτσι και αυτή!

Ως άνθρωποι, παρατηρώ ότι έχουμε την τάση ή το χαρακτηριστικό να κρατάμε πράγματα ή/και καταστάσεις. Κρατάμε αντικείμενα ως ενθύμια και κρατάμε συνήθειες. Τα φυλάμε. Δεν τα αποχωριζόμαστε ακόμα κι αν βλέπουμε ότι δεν έχουν καμία χρησιμότητα ή μπορεί και να μας δυσκολεύουν.

Τα ενθύμια παίρνουν οντότητα από κάποιον. Μέσω αυτών είναι σαν να κρατάμε κάποιον κοντά μας. Πόσο συχνό είναι το φαινόμενο να μην πετάμε κάτι επειδή το έδωσε ή το είχε κάποιο σημαντικό σε εμάς πρόσωπο. Και το πράγμα γίνεται πιο έντονο αν το αγαπημένο αυτό πρόσωπο έχει φύγει από τη ζωή. Τότε το αντικείμενο γίνεται ακόμα πιο πολύτιμο και σημαντικό.

Φέρνει ο αγαπημένος μου λουλούδια κι εγώ τα κρατάω παρόλο που έχουν ξεραθεί. Ή φεύγει για ταξίδι και κρατάω κάτι δικό του για να μου τον θυμίζει. Έτσι είναι σαν να είναι εδώ. Φτιάχνω χώρο που συνεχίζουμε να είμαστε μαζί, λες και η απόσταση αλλοιώνει την εσωτερική εγγύτητα ή προκαλεί φθορά στη σχέση. Κι όμως, αυτό είναι τόσο συχνό και ανθρώπινο σαν ενέργεια… Είναι η προσπάθεια να κρατήσουμε κάποιον κοντά.   

Κάπως έτσι λειτουργεί και με τις συνήθειες ή αυτά που αποφασίζουμε. Αποκτώ μια συνήθεια και δε λέω να την αποβάλλω. Συνήθειες όπως το κάπνισμα ή το να ακολουθώ έναν συγκεκριμένο δρόμο για να πάω κάπου ή έναν συγκεκριμένο τρόπο να κάνω κάτι. Με αυτόν τον τρόπο, συχνά σταματάω να ελέγχω τον εαυτό μου και συνεχίζω τη συνήθεια σχεδόν αυτόματα ή έχοντας εκείνη γίνει ανάγκη, χωρίς εγώ να έχω επίγνωση γι’ αυτό.

Στην πραγματικότητα μια συνήθεια, όταν περάσει ένα εύλογο διάστημα, γίνεται κομμάτι του εαυτού μου. Εγώ που την ακολουθώ είναι σαν να αποκτώ οντότητα από αυτή ή μια ιδιότητα – ένα χαρακτηριστικό. Επιβεβαιώνω κάτι σε μένα ή και στους άλλους. Πόσο εύκολα αυτό το αποχωρίζομαι; Καθόλου! Αν το αποχωριστώ είναι σαν να κόβω και να πετάω ένα κομμάτι του εαυτού μου. Και αυτό δεν έχει να κάνει με τους άλλους όσο με εμένα τον ίδιο. Έχω τη συνήθεια να ελέγχω τις πόρτες του αυτοκινήτου όταν κλειδώνω ή να κάνω ένα τσιγάρο και να κοιτάζω το κινητό μου μόλις ξυπνάω. Τι μου προσφέρει; Σε τι με βοηθάει; Το μυαλό παίζει παιχνίδια που απαντούν σε τι βοηθάνε όλα αυτά ή στο γιατί τα κάνω. Όμως αυτά δε γίνονταν πάντα. Δε γεννήθηκα κάνοντας όλα αυτά αλλά τα απέκτησα ή μάλλον τα αποφάσισα στην πορεία. Άρα γιατί δεν μπορώ να τα αποβάλλω; Και η απάντηση είναι, θεωρώ, απλή:

Η κάθε συνήθεια και το καθετί που αποφασίζω να κάνω που έχει περιοδικότητα και σταθερότητα, μου δίνει ασφάλεια και χαρακτηρίζουν κάτι από εμένα ως άνθρωπο. Ένα σαφές και σταθερό πρόγραμμα δίνει τη σιγουριά ότι γνωρίζω πού είμαι και προς τα πού κινούμαι. Στη δουλειά ξέρω τι ώρα πρέπει να πάω και τι ώρα φεύγω. Το ότι κάθε Σάββατο κάνω δουλειές στο σπίτι ή κάθε Παρασκευή βγαίνω για βράδυ, δίνει έναν ρυθμό και ένα ασφαλές πλαίσιο στο οποίο κινούμαι και που αν κάποιος το αλλάξει δημιουργείται κάποια μικρή ή και μεγαλύτερη ανισορροπία. Πόσο εύκολα κάνουμε αλλαγές σε όλα αυτά; Πόσο εύκολα σπάμε όλα αυτά τα κατεστημένα;

Κάπως έτσι συμβαίνει με τις συνήθειες. Μέχρι που φτάνουν να γίνονται τόσο πολύ κομμάτι του εαυτού μας που δυσκολευόμαστε να τις αλλάξουμε ή και να τις διακόψουμε. Κι αυτό με τη σειρά του γίνεται εμπόδιο και φέρνει δυσκολία και άσχημο συναίσθημα σε άλλες ενέργειές μας. Μας εγκλωβίζει.

Τώρα θα μου πείτε, καλά όλα αυτά αλλά τελικά τι κάνουμε; Η απάντηση είναι η μέση οδός. Δημιουργούμε συνήθειες ή ενέργειες που χαρακτηρίζονται από σταθερότητα και περιοδικότητα αλλά έχοντας την επίγνωση της απόφασής μας. Σίγουρα η τυχαιότητα και οι συνεχείς αλλαγές φέρνουν αναστάτωση. Το χρειαζόμαστε το σαφές πλαίσιο. Όμως χρειάζεται να είμαστε σε ετοιμότητα. Όταν οι συνθήκες αλλάζουν να μπορούμε το πλαίσιο που έχουμε δημιουργήσει να το τροποποιούμε ώστε να μειώνουμε τις δυσκολίες αλλά και να βρίσκουμε λύσεις και διεξόδους.

Τα παιδιά, παρεμπιπτόντως, όσο χρειάζονται αυτά τα πλαίσια και τους δίνουν ασφάλεια άλλο τόσο και με ευκολία μπορούν να προσαρμόζονται σε νέες συνθήκες. Η διαφορά των παιδιών από εμάς είναι ότι εμείς δύσκολα σπάμε όσα έχουμε μάθει. Τα κάνουμε ή τα ζούμε με βαρύτητα ιεροτελεστίας. Τα παιδιά έχουν ευελιξία, είναι ευπροσάρμοστα. Βλέπουν πού βρίσκονται, πώς είναι το περιβάλλον, τι έχει και τι τους προσφέρει και ανάλογα δρουν. Δεν κολλάνε σε ό,τι είχαν ως συνήθεια. Γι’ αυτό βλέπουμε ότι γεγονότα που εμάς μας φορτίζουν και μας βαραίνουν για πολύ καιρό, τα παιδιά τα ξεπερνούν πολύ πιο γρήγορα. Ένας ενήλικας δυσκολεύεται να φύγει από το μέρος ή το σπίτι που ζει. Ραγίζει η καρδιά του αν το πατρικό του σπίτι πουληθεί ή γκρεμιστεί για να χτιστεί κάτι άλλο. Οι σκέψεις τού ζητούν να κρατήσει ό,τι έχει και κάνει, παρόλο που αυτό μπορεί σαν κατάσταση να απέχει από αυτό που χρειάζεται ή από αυτό που θα ονειρευόταν.

Από την άλλη τα παιδιά μπορούν να ανταποκριθούν πολύ πιο εύκολα σε τέτοιες αλλαγές. Ζουν την κάθε στιγμή με πολύ λιγότερη σκέψη από ό,τι εμείς. Είναι γεμάτα συναισθήματα από ό,τι προκύπτει κάθε φορά αλλά γρήγορα αυτό φεύγει όταν οι συνθήκες του περιβάλλοντος αλλάζουν. Και αυτό απαντάει στο ερώτημα γιατί συχνά τα παιδιά δεν μιλάνε για τις εμπειρίες τους, γιατί επιστρέφουν από το σχολείο και δεν λένε πώς πέρασαν, τα όμορφα ή τα άσχημα αλλά αν πουν κάτι το λένε την ώρα που πάνε για ύπνο ή σε μια βόλτα. Ζουν και δρουν την κάθε στιγμή, εκείνη ακριβώς τη στιγμή που συμβαίνει. Τίποτα παραπάνω! Και όταν βρίσκονται σε κατάσταση που το παρόν τους δεν έχει πολλά να προσφέρει, όπως την ώρα που πάνε για ύπνο, τότε θυμούνται, σκέφτονται και συζητούν τα περασμένα.

Ως άνθρωποι κρατάμε πράγματα και συνήθειες σαν μια προσπάθεια να έχουμε ταυτότητα και να την έχουμε σε βάθος χρόνου. Οι φράσεις «από μικρή μου άρεσε να…» ή «η οικογένειά μου έχει την παράδοση να…» δείχνει ποια είμαι. Ποια ήμουν και ποια συνεχίζω να είμαι. Όμως μια συνήθεια δεν μπορεί να με κάνει τον άνθρωπο που είμαι. Η διακοπή της ή το πέταμα ενός αντικειμένου ή μιας συνήθειας είναι λογικό να δημιουργεί την αίσθηση ενός κενού όμως το κενό αυτό μπορεί να καλυφθεί με κάτι νέο, κάτι πιο λειτουργικό ή χρήσιμο που μπορεί να βοηθήσει και εξυπηρετήσει τις ανάγκες της ζωής μας στο εδώ και τώρα.



[πρώτη δημοσίευση στο bonumallmag, τεύχος 57,
https://bonusmallmag.wordpress.com/2017/07/04/kapa-opws-krataw/ ]

Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

Σ(ίγμα) όπως συναίσθημα




Δοκιμάζω να επιτεθώ σε μια κόκκινη περιοχή. Ή μάλλον σε μια περιοχή γεμάτη χρώματα! Επικίνδυνο, ίσως, μιας και όλοι μιλάνε και υπερασπίζονται δικαιώματα αναφορικά με τα συναισθήματα. Τι είναι όμως το συναίσθημα και τι ρόλο παίζει στη ζωή μας; Ή πώς προκαλείται και γιατί; Μπορεί να αλλάξει; Μπορεί να ελεγχθεί; Ή έρχεται και μας κατακλύζει και εμποτίζει ό,τι κάνουμε και λέμε; Τι συμβαίνει;

Το θέμα θα το πιάσω και θα το δω στην όσο πιο απλή του μορφή και θα μιλήσω ως ένας άνθρωπος που διαβάζει πολύ, παρατηρεί τη ζωή και τους ανθρώπους και προσπαθεί να αφουγκράζεται και να μεταφράζει κινήσεις και ροές αλλά και να αναλύει το καθετί σε όσο πιο απλά συστατικά γίνεται.

Πριν από κάποια χρόνια, με τους μαθητές μου, είχαμε ασχοληθεί και είχαμε προσπαθήσει να χωρίσουμε τα συναισθήματα σε ομάδες: έτσι αποφάσισαν ότι έχουμε αυτά που όταν τα νιώθουμε αισθανόμαστε όμορφα και αυτά που είναι δυσάρεστα. Προς μεγάλη μου έκπληξη, τα τότε πρωτάκια μου, είχαν αναφέρει πολλά συναισθήματα και με πολλές διαφορετικές ονομασίες. Τα παιδιά έχουν μια εξαιρετική ικανότητα να εντοπίζουν και να πετυχαίνουν κάθε ένα από αυτά, μπορούν να τα εξηγούν και, τολμώ να πω, μπορούν να τα βιώνουν με γνησιότητα. Έτσι μου ανέφεραν τη θλίψη, τον πόνο, το θυμό, τη ζήλια, τον τρόμο, στη στεναχώρια στα δυσάρεστα και τη χαρά, την έκπληξη, την ευτυχία, τον ενθουσιασμό στα όμορφα, ενώ έβαλαν τη βαρεμάρα ανάμεσα, ως ένα συναίσθημα που δεν ταιριάζει ούτε στη μία ούτε στην άλλη κατηγορία. Παίζοντας ένα παιχνίδι, μετά, είδα προσωπάκια να αλλάζουν μορφή. Με μεγάλη ευκολία όλα τα παιδιά έδειχναν με εκφράσεις όποιο συναίσθημα κι αν ζητούσα.

Και είναι αλήθεια, τα παιδιά πηδούν από το ένα στο άλλο πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα. Τους είναι εύκολο και φυσικό να είναι γεμάτα ενθουσιασμό, το καθετί να το βλέπουν ως παιχνίδι*, να αλλάζουν ταυτότητες ανάλογα με το παιχνίδι τους και να δρουν όπως απαιτούν οι συνθήκες. Το καθετί εκφράζεται και βγαίνει πηγαία. Χωρίς φιλτράρισμα.

Πάμε όμως να ψηλαφίσουμε μερικά από αυτά και να δούμε πώς φανερώνονται μέσα από τη συμπεριφορά μας. Μου αρέσει πολύ να παρατηρώ τους ανθρώπους χωρίς όμως να ακούω όσα λένε. Να παρατηρώ αυτό που φαίνεται: η στάση του σώματός τους, το περπάτημά τους, το βλέμμα τους… Δείχνουν πολλά! Είναι σαν παιχνίδι παντομίμας με σκοπό να βρω το συναίσθημα.

Τα παιδιά, που είναι όλο χαρά και ενθουσιασμό, είναι γεμάτα κίνηση. Το σώμα τους είναι γεμάτο ενέργεια και το πρόσωπό τους φωτεινό (ακόμα κι αν είναι γεμάτο λάσπη!). Αντίθετα, κάποιος που είναι θλιμμένος το σώμα δεν έχει διάθεση για κίνηση. Είναι αφημένο και δείχνει σαν κουρασμένο. Οι κινήσεις μειώνονται στο ελάχιστο, υπάρχει μυική χαλαρότητα και το πρόσωπο κοιτάζει χαμηλά και αόριστα. Δεν υπάρχει ενέργεια για ζωή. Άλλο, πολύ χαρακτηριστικό, είναι ο θυμός: έχει ένταση, θόρυβο και μια διάθεση για καταστροφή! Σίγουρα μπορεί κανείς να ανακαλέσει ένα παιδί θυμωμένο. Είτε προσπαθεί να φέρει την καταστροφή με το να επιτίθεται σε άλλους/άλλα είτε κλαίει και χτυπιέται μόνο του.

Συναίσθημα, λοιπόν. Μας οδηγεί σε δράση, σε πράξη. Έρχεται ένα ερέθισμα από το περιβάλλον και ανάλογα με το συναίσθημα που δημιουργείται, ο καθένας δρα καθοδηγούμενος από αυτό. Όλα έχουν να κάνουν με το πόσο ευχάριστο ή επικίνδυνο θεωρούμε το περιβάλλον (και λέγοντας περιβάλλον, εννοώ οτιδήποτε με το οποίο ερχόμαστε σε επαφή). Ή αλλιώς, πόσο κάτι μας δίνει ευτυχία ή μας την παίρνει.

Οι νέες παιδαγωγικές έχουν περάσει σε μια προσπάθεια να δώσουν χώρο στα συναισθήματα και να φροντίσουν για την ευτυχία και το δικαίωμα για ευτυχία των παιδιών. Εφαλτήριο, η δημιουργία ολοκληρωμένων ανθρώπων, ικανών να βγουν και να αντιμετωπίσουν την κοινωνία. Εδώ όμως υπάρχει μια παγίδα που μας έχει φέρει σε ένα άλλο άκρο: από εκεί που, πριν μερικές δεκαετίες, δε νοιαζόμασταν για τις εμπειρίες, τα βιώματα και τα συναισθήματα, τώρα αγωνιούμε να εξασφαλίζουμε τα όμορφα συναισθήματα και να προστατεύουμε από τα αρνητικά αλλά και από κάθε δυσάρεστη εμπειρία που μπορεί να υπάρξει.

Τι συμβαίνει, λοιπόν, εδώ. Σε μια προσπάθεια να φτιάξουμε συνθήκες ιδανικές για το μεγάλωμα των παιδιών μας, έχουμε εξορίσει και κατακρίνει (με τις πράξεις και τα λόγια μας) κάθε δυσάρεστο συναίσθημα και πριν από αυτό κάθε πράξη που το πυροδότησε. Πόσες φορές έχω ακούσει παιδάκι να κλαίει επειδή έχασε ή του χάλασε ένα παιχνίδι του και η απάντηση που λαμβάνει είναι ένα «δεν πειράζει, θα πάρουμε άλλο» ή ένα «έλα τώρα, δεν είναι σπουδαίο, μην κλαις» ή κάτι παρόμοιο. Τέτοιου είδους απαντήσεις σπάνε και υποτιμούν ό,τι νιώθει εκείνη τη στιγμή το παιδί. Όσο ασήμαντο να είναι αυτό που έχασε, εκείνη την ώρα βιώνει απώλεια. Και κάθε απώλεια που βιώνει ένας υγιής άνθρωπος έχει θλίψη και κλάμα. Αν προσπαθήσουμε να πείσουμε το παιδί ότι είναι ασήμαντο, απλά δεν του δείχνουμε κατανόηση! Το μειώνουμε και υποτιμούμε το συναίσθημά του. Είναι σαν να του λέμε ότι αυτό που νιώθει είναι λάθος. Αυτό για το οποίο στεναχωριέται δεν αξίζει. Άρα κρίνει και βγάζει λάθος συμπεράσματα.

Αντίθετα, θα ήταν πολύ πιο αποδοτικό και ανακουφιστικό να αφήναμε το παιδί να κλάψει, να το αφήναμε να μας πει τι νιώθει. Δε χρειάζεται λύπηση, απλά να ακούσουμε τι έχει να μας πει! Και μετά, αφού εκτονωθεί να το βοηθήσουμε να βρει μια λύση. Το παιχνίδι έσπασε – χάλασε – χάθηκε. Η ζωή όμως συνεχίζεται και πρέπει να υπάρξει μια αλλαγή στην κατάσταση. Όχι να το πείσουμε να σταματήσει να στεναχωριέται. Αυτό θα έρθει από μόνο του. Αλλά να το καθοδηγήσουμε να κάνει κάτι, να δραστηριοποιηθεί ως προς αυτό, να κάνει ένα επόμενο βήμα. Αυτό είναι σημαντικό! Όχι το να μη βιώσει τη θλίψη αλλά το πώς μέσα από αυτή θα βγει από αυτή και θα συνεχίσει.

Θεωρώ πως όλοι μας θα σοκαριζόμασταν αν βλέπαμε έναν άνθρωπο που να μην μπορεί να ανταποκριθεί συναισθηματικά στις καταστάσεις που βιώνει, χωρίς να νιώθει χαρά εκεί που συμβαίνει κάτι ευχάριστο, λύπη ή φόβο εκεί που συμβαίνει κάτι δυσάρεστο ή επικίνδυνο, θυμό όταν απειλείται, βαρεμάρα όταν δεν βρίσκει ενδιαφέρον κ.ο.κ. Είναι δείγμα ψυχικής υγείας το να μπορούμε να κυλήσουμε σε κάθε συναίσθημα ανάλογα με τις συνθήκες. Είναι θεμιτό αλλά και ανακουφιστικό, ειδικά όταν συνοδεύεται μετά από μια σκέψη για δράση.

Όπως και να έχει, ό,τι συναίσθημα κι αν βιώνουμε, η αλήθεια είναι ότι η ζωή συνεχίζεται. Δεν μας περιμένει. Κάνει κύκλους, έχει τα πάνω της και τα κάτω της κι εμείς εκεί μέσα κολυμπάμε σε μια προσπάθεια να επιβιώσουμε και να σταθούμε πάνω από τα εμπόδια και τις δυσκολίες. Στόχος μας, πάντα, τα καλύτερα επίπεδα ζωής. Η χαρά και η ευτυχία!


 [πρώτη δημοσίευση στο bonusmallmag, τεύχος 55

Δ(έλτα) όπως δημιουργία





Συνεχίζουμε το παιχνίδι με τις λέξεις! Έχουμε νέο ξεκίνημα, νέα χρονιά, πολλές ευχές και την ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει, κάτι δε θα είναι ίδιο με παλιότερα, κάπως όλα θα γίνουν όχι τόσο δύσκολα, όχι τόσο άσχημα… Προτείνω, λοιπόν, στη νέα αυτή χρονιά, να θέσουμε ως αρχή και φάρο τη λέξη «δημιουργία».

Δεν σταματώ να ψάχνω στο λεξικό και από τις ερμηνείες να αναζητώ τα βαθύτερα νοήματα που δίνουν κάτι λίγο διαφορετικό και πιο ουσιαστικό στις λέξεις. Για τη δημιουργία, ο ορισμός που όλοι γνωρίζουμε είναι το να φέρνω κάτι στο να υπάρξει. Οι θρησκείες μιλούν για τη δημιουργία του κόσμου, επίσης έχουμε δημιουργία κτηρίων, θέσεων εργασίας, προγραμμάτων και εφαρμογών στους υπολογιστές, σχέσεων κ.ο.κ.

Τι γίνεται όμως με τα ήδη υπάρχοντα; Καλώς χτίζεται ένα σπίτι ή επιπλώνεται, μετά; Η φυσική εξέλιξη είναι, αν το αφήσουμε έτσι όπως είναι, με τον καιρό να υπάρξει αλλοίωση και φθορά. Θα σκονιστεί, θα ξεθωριάσουν τα χρώματα, αράχνες θα φτιάξουν ιστούς και πάει λέγοντας.

Τολμώ να πω ότι αυτή η εξέλιξη υπάρχει σε οτιδήποτε με το οποίο ασχολούμαστε και καταπιανόμαστε. Είτε αυτό πρόκειται για αντικείμενα άψυχα είτε για ανθρώπους και σχέσεις. Πριν λίγο καιρό άκουσα την Αγγελική Βαρελά (συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας) να λέει ότι η φιλία είναι σαν ένα φυτό που για να ζήσει χρειάζεται πότισμα. Ας το πάρουμε το παράδειγμά της κυριολεκτικά: ένα φυτό χρειάζεται συνεχή φροντίδα. Το χθεσινό νερό ίσως να μην αρκεί και να θέλει στο σήμερα εκ νέου πότισμα. Έτσι αν δεν ποτιστεί η κατάσταση γι’ αυτό αρχίζει να δυσκολεύει μέχρι που αν το αφήσουμε για πολύ χωρίς νερό, μαραίνεται…
Φροντίζοντας το φυτό βοηθάμε στη δημιουργία του!

Με τη φιλία όμως; Ή ευρύτερα με τις ανθρώπινες σχέσεις; Πώς τις «ποτίζουμε»; Πώς τις δημιουργούμε;
Τα παραδείγματα είναι πολλά! Όσα και οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις των ανθρώπων μεταξύ τους. Και σε κάθε μία από αυτές γίνεται (ή μάλλον θα έπρεπε να γίνεται) μια δημιουργία. Κάθε σχέση θέλει χρόνο για να χτιστεί. Δεν λέμε από την πρώτη στιγμή για κάποιον ότι είναι φίλος. Όταν όμως γίνει και ξελινήσει η φιλία, τότε αυτό «πρέπει» να συνεχιστεί καλλιεργώντας και ενισχύοντας τα στοιχεία που αυτή έχει, όπως εμπιστοσύνη, κατανόηση, κάποια κοινά ενδιαφέροντα κ.λπ. Αν ένας από τους δύο σταματήσει να τροφοδοτεί τη φιλία, τότε αυτή αποδυναμώνεται. Έχει σταματήσει η δημιουργία της.

Το φαινόμενο αυτό παρουσιάζεται πιο έντονα στις ερωτικές σχέσεις και στις σχέσεις γονέων – παιδιών. Δημιουργώ τη σχέση μου με τον σύντροφό μου όταν δεν παύω να νοιάζομαι να βρω χρόνο για αυτά που μας αρέσει να κάνουμε μαζί. Δεν έχει σημασία το περιεχόμενο. Σημασία έχει η πρόθεση να συναντήσω τον άλλο σε κάτι κοινό που έχουμε διαλέξει και μας εκφράζει. Η ζωή είναι έτσι όπου πάντα υπάρχουν παράγοντες που μας αποπροσανατολίζουν από αυτό, νέα μέλη στην οικογένεια, αλλαγές στη δουλειά, η κοινή καθημερινότητα. Εκεί μπαίνουν τρικλοποδιές και εμπόδια που μας κάνουν να κοιτάμε αλλού, ξεχνώντας αυτό που έχουμε ξεκινήσει. Όμως η σχέση δεν μπορεί να πάει στον αυτόματο. Θέλει έλεγχο, δηλαδή να έχουμε το νου μας και να την ποτίζουμε, να την τροφοδοτούμε! Να γνωρίζουμε ότι η κατάσταση ορίζεται από εμάς και δρομολογείται από εμάς τους ίδιους.

Στο σημείο αυτό, το μυαλό ίσως πάει στις συνήθειες, με την έννοια ότι οι τροφοδοτήσεις έχουν συχνά μια επαναληψιμότητα. Κάτι που επαναλαμβάνεται μπορεί να γίνει βαρετό αν δεν ασχολούμαστε πραγματικά με αυτό, αν δεν το δημιουργούμε ξανά και ξανά κάθε φορά σαν να ήταν η πρώτη φορά που μας ήρθε ως ιδέα και την πραγματοποιήσαμε. Για παράδειγμα, όποτε μπαίνω στο σπίτι δίνω φιλί στο γιο μου. Λόγω εφηβείας μερικές φορές ξινίζει, όμως τις φορές που δεν κάνω την κίνηση, έρχεται κοντά και με τον τρόπο του το αναζητά. Αν έλεγα «έλα μωρέ, αφού ξέρει ότι τον αγαπώ, δε χρειάζεται κάθε μέρα και ένα φιλί, είμαι και κουρασμένη και πεινασμένη» τότε θα σταματούσα τη δημιουργία. Κάτι θα έμενε πίσω, κάτι θα ξεχνιόταν, θα άλλαζαν τα συναισθήματα τόσο τα δικά μου όσο και του γιου μου. Και μετά από αρκετό καιρό, όταν οι αντιδράσεις, τα θέλω και οι διεκδικήσεις της εφηβείας θα γιγαντώνονταν και ο γιος θα απομακρυνόταν και θα κλεινόταν, θα σκεφτόμουν με νοσταλγία τον καιρό που μπορούσα να πράξω αλλιώς και δεν το έκανα. Είναι πολύ πιο εύκολο κάτι που έχεις να το κρατάς σε καλή κατάσταση και να διορθώνεις ό,τι πάει στραβά παρά να πρέπει να φτιάξεις εξαρχής κάτι που καταστράφηκε.

Θυμάμαι, όταν εγώ ήμουν παιδί, κάθε Κυριακή τρώγαμε όλη η οικογένειά μαζί. Κάθε Κυριακή η μητέρα μου άκουγε να της λέμε πόσο ωραίο φαγητό έφτιαξε και ζητούσαμε το ειδικό – μυστικό υλικό της επιτυχίας. Κάθε φορά η απάντηση ήταν η ίδια: «Έβαλα πολλή αγάπη και είναι νόστιμο!». Μη γνωρίζοντας τις έννοιες αυτές, τότε αναρωτιόμουν πώς μπαίνει αγάπη στο φαγητό και πού μπορούμε να τη βρούμε ως υλικό. Φροντίδα!

Κι έτσι ερχόμαστε στο εδώ και τώρα της νέας χρονιάς. Και αναρωτιέμαι: γιατί πρέπει να ελπίζουμε στο καλύτερο αύριο που κάποιοι άλλοι θα φροντίσουν γι’ αυτό και να μην δημιουργήσουμε εμείς ένα; Ξέρουμε ότι οι εξωτερικοί παράγοντες δεν βοηθούν. Επίσης, παρατηρούμε ότι υπάρχει κλονισμός της εμπιστοσύνης μας για τους άλλους: όσο αφήνουμε τους εαυτούς μας στην αγκαλιά των υποσχέσεών τους, βιώνουμε διαρκώς ματαιώσεις. Συνεπώς γιατί πρέπει να παίζουμε το παιχνίδι άλλων; Δε θα ήταν κάπως καλύτερα όλα αν με ό,τι έχουμε, δημιουργούσαμε εμείς το δικό μας αύριο; Τίποτα δε δίνεται δωρεάν και κανείς δεν κάνει χατίρια. Όμως κανείς δεν μπορεί να με αποτρέψει από το να χτίζω και να δημιουργώ υγιείς σχέσεις και φιλίες. Κανείς δεν μπορεί να με αποτρέψει από το να δημιουργήσω σχέσεις εμπιστοσύνης και συνεργασίας με όποιον συναναστρέφομαι ή να μου στερήσει την απόλαυση να πιω έναν καφέ με μια φίλη ή να δω μια ταινία ή να κάνω μια βόλτα με το γιο μου ή και μόνη μου.

Ξεκινώντας από τα μικρά και απλά και δημιουργώντας συνθήκες όμορφες με τα ήδη υπάρχοντα, μπορούμε να δημιουργούμε κάθε ημέρα μια πιο όμορφη πραγματικότητα. Κι έτσι βήμα – βήμα, λίγο – λίγο θα αρχίσουμε να βλέπουμε αποτελέσματα. Όμως χρειάζεται υπομονή και φροντίδα από εμάς τους ίδιους για να μεγαλώσει το φυτό και να γίνει δέντρο!   

Καλή χρονιά, λοιπόν, με πολλή πολλή δημιουργία!




[πρώτη δημοσίευση στο bonusmallmag, τεύχος 54
https://bonusmallmag.wordpress.com/2017/02/23/delta_opws_dimiourgia/ ]

Π(ι) όπως παιχνίδι




Δε θα μπορούσε από το αλφαβητάρι της ζωής να λείπει αυτή η λέξη! Κι ούτε θα μπορούσε εύκολα να αντικατασταθεί με κάποια άλλη. Η ζωή των παιδιών είναι γεμάτη παιχνίδια! Και δεν αναφέρομαι στις κατηγορίες των παιχνιδιών που τους αγοράζουμε. Όχι. Αναφέρομαι στην κάθε στιγμή της ζωής τους που την ντύνουν με ένα σενάριο ή καλύτερα με κάτι που θέλουν να καταφέρουν. Έτσι, παθιάζονται με το ποιος θα κάνει τη μεγαλύτερη σαπουνόφουσκα, με το πόσο μεγάλο πηγάδι μπορούν να σκάψουν στην αμμουδιά, πόσες μύγες μπορούν να εγκλωβίσουν μέσα σε ένα μπουκάλι…

Από την άλλη πλευρά είμαστε εμείς: οι μεγάλοι και σοβαροί, που γνωρίζουμε, που ξέρουμε και πρέπει να κάνουμε τα παιδιά να μάθουν, να είναι ικανά, να υπακούν και άλλα τέτοια γιατί η ζωή είναι δύσκολη. Εννοείται δεν υπάρχει χώρος για παιχνίδι! Εννοείται πως όταν ξεκινάει το σχολείο, όσο τα παιδιά μεγαλώνουν παύουν τα παιχνίδια και τα πράγματα είναι πλέον σοβαρά. Και όλα αυτά με στόμφο και συνοφρυωμένα μάτια!

Κι εδώ είναι η στιγμή που την πατάμε και χάνουμε καθετί που θα μπορούσε να δώσει νόημα σε ό,τι κάνουμε. Υψώνουμε μία συνθήκη με την οποία επιβάλλουμε στον εαυτό μας δυσκολίες, προβλήματα, αδιέξοδα. Και πριν καλά καλά το καταλάβουμε είμαστε – γινόμαστε δυστυχείς. 

Πριν συνεχίσω, θα μιλήσω για ένα παιχνίδι! Είναι ένα παιχνίδι λέξεων και ορισμών που χρησιμοποιώ με τους μαθητές μου όπου αφηρημένες έννοιες ξεκαθαρίζουν και γίνονται απτές και συγκεκριμένες. Είναι το παιχνίδι των ερωτήσεων «τι;» και «ποιος;». Κάθε φορά που μπαίνουμε σε νέα έννοια, τίθενται οι ερωτήσεις αυτές, με πρώτο το τι και ακολουθεί το ποιος. Συνήθως τα παιδιά πέφτουν στην παγίδα να δίνουν την απάντηση του ποιος στο τι. Με αποτέλεσμα, στην ερώτηση «τι είναι ουσιαστικό;» η απάντηση να είναι «η γάτα», «το τραπέζι», «ο καναπές» κ.ο.κ., έναντι της απάντησης «ουσιαστικά είναι οι λέξεις που δείχνουν…». Από τη μία λοιπόν, με το «τι» έχουμε μία ταυτότητα, την ουσία και από την άλλη με το «ποιος» έχουμε χαρακτηριστικά και αντιπροσωπευτικά παραδείγματα.

Ας επιστρέψουμε τώρα στην αρχική μας λέξη: τη λέξη παιχνίδι. Ψάχνοντας στα λεξικά απογοητεύτηκα βλέποντας πόσο υποτιμημένη είναι η λέξη αυτή. Σε κείμενα και εργασίες από τον χώρο της εκπαίδευσης σημειώνεται η παιδαγωγική του αξία αλλά υπάρχει δυσκολία στο να οριστεί τι είναι αυτό και μένουν στη γενική παραδοχή ότι είναι κάτι συναρπαστικό, κάτι που απαιτεί πράξη, που έχει νόημα για τα παιδιά.

Αν το δούμε απλά, μπορούμε εύκολα να πούμε ότι κάθε παιχνίδι έχει έναν σκοπό – έναν στόχο και ότι σε κάθε παιχνίδι αυτός που κερδίζει είναι αυτός που καταφέρνει να φτάσει το στόχο, ξεπερνώντας τα εμπόδια και τους περιορισμούς ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιεί τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που του δίνονται. Αυτά ισχύουν σε κάθε παιχνίδι! Μπορεί οι κανόνες (εμπόδια και ελευθερίες) να διαφοροποιούνται, όμως πάντα υπάρχουν. Όπως πάντα υπάρχει ένας τελικός στόχος.

Τα παιδιά, λοιπόν, χωρίς να το γνωρίζουν ανάγουν όλη τους τη ζωή σε αυτό το μοτίβο – πλαίσιο. Βρίσκουν και εφευρίσκουν δραστηριότητες που προσπαθούν να πετύχουν κάτι έχοντας να ξεπεράσουν κάποια συγκεκριμένα εμπόδια. Και το αποτέλεσμα της επιτυχίας τους είναι η ευτυχία! Κάτι που μπορούμε πολύ εύκολα να διακρίνουμε στα λόγια και την έκφρασή τους όταν πετυχαίνουν το σκοπό που έχουν βάλει.

Εδώ έρχονται οι δικές μου ερωτήσεις:  
Γιατί δεν υιοθετούμε αυτή τη στάση των παιδιών; Δηλαδή, γιατί δεν αντιμετωπίζουμε το καθετί στη ζωή μας ως ένα παιχνίδι; Γιατί δεν θεωρούμε κάθε κατάσταση σαν μια πίστα ενός παιχνιδιού με το τέλος της το σημείο που θέλουμε να φτάσουμε και να πετύχουμε; Και, πιο γενικά, σαν στάση απέναντι στη ζωή, γιατί δεν παίρνουμε εμείς το ρόλο αυτού που θέτει τα παιχνίδια αλλά μένουμε και ακολουθούμε τα παιχνίδια που άλλοι μας θέτουν; Δε θα ήμασταν πιο ευτυχισμένοι αν τα ορίζαμε εμείς αντί να εμμένουμε στο τι μας «κάνουν» άλλοι; Οι άλλοι έχουν τα δικά τους παιχνίδια! Εμείς; Τι κάνουμε γι’ αυτό; Ζούμε τη ζωή μας για χάρη άλλων;

Πριν λίγο καιρό μού τηλεφώνησε μια μαμά. Είχε διάφορα θέματα να λύσει και μαζί με όλα είχε και τα παιδιά της να τσακώνονται και να απαιτούν το καθένα το δικό του. Αυτό, ως γνωστόν, είναι από τα πιο δημοφιλή παιχνίδια των παιδιών, ιδιαίτερα όταν βαριούνται! Η ώρα που με πήρε, ήταν στο ενδιάμεσο του τσακωμού και έψαχνε λύση. Αφού μου περιέγραψε την κατάσταση, τη ρώτησα γιατί θεωρεί απαραίτητο να συμμετέχει και εκείνη σε αυτό;

Και τώρα έρχεται η ώρα να απαντήσουμε στην ερώτηση «ποιος – ποια»:
Υπάρχουν πολλά άλλα πράγματα που μπορεί να κάνει ένας γονιός ώστε να τραβήξει την προσοχή των παιδιών σε κάτι πιο χρήσιμο, εποικοδομητικό και δημιουργικό από το να στέκεται και να λύνει κάθε τους διαφωνία. Υπάρχουν άλλα παιχνίδια που μπορεί να βάλλει και πράγματα που θα κερδίσουν τα παιδιά αν ολοκληρώσουν αυτό που εκείνη έθεσε και τα παιδιά να απορροφηθούν από αυτό και να είναι αποτελεσματικά.

Το να φτιάχνει ένα παιδί το δωμάτιό του, για παράδειγμα, είναι κάτι που εμείς θεωρούμε δεδομένο, συχνά το κάνουμε εμείς αντί για τα παιδιά και μετά γκρινιάζουμε που είναι ακατάστατα και ασυνεπή. Αν το βλέπαμε αλλιώς; Αν αυτό το κάναμε παιχνίδι; Πώς θα ακουγόταν σε ένα παιδί η φράση (με χαρά και πίστη ότι αυτό είναι εφικτό) «Μόλις μαζέψεις το δωμάτιό σου, θα σου φτιάξω το μπέργκερ που μου ζήτησες!». Δεν είναι ένας στόχος! Με τη στάση αυτή, δεν βρίσκω ή δίνω νόημα σε κάτι και χαίρομαι με αυτό! Γιατί, λοιπόν, να μην επιδιώκουμε έναν τέτοιο τρόπο;

Είναι ευτυχία να έχουμε στόχους και να ακολουθούμε την πορεία προς την υλοποίησή τους. Είναι ευτυχία, αντί για προβλήματα και δυσκολίες, να βλέπουμε το καθετί ως ένα παιχνίδι όπου κάτι έχουμε και θέλουμε να πετύχουμε. Τα παιδιά είναι μες τον ενθουσιασμό για το καθετί που κάνουν κι εμείς μπορούμε να τα μιμηθούμε υιοθετώντας την ίδια στάση σε όσα κάνουμε και τότε η ζωή μας θα είναι πιο όμορφη. Θα είναι παιχνίδι!   




 [πρώτη δημοσίευση στο "bonusmallmag", τεύχος 53

Ά(λφα) όπως Αναγνώριση





Αυτή είναι μία λέξη μαγική! Μία έννοια που όποιος την προσεγγίσει και προσπαθήσει να δει και να κατανοήσει τι λέει και τι κάνει, απλά θα μείνει έκθαμβος από τα αποτελέσματα που φέρνει.

Αν ψάξουμε τη λέξη στο λεξικό, βρίσκουμε ως ερμηνεία τη διαπίστωση ταυτότητας ως πρώτο ορισμό και μετά την αποδοχή και επιβεβαίωση της αλήθειας ή και γνησιότητας κάποιου πράγματος ή και την ηθική ανταμοιβή. Απλά και ξεκάθαρα και τα δύο.

Ας τα δούμε τώρα λίγο πιο διευρυμένα και ως κάτι που μπορούμε να χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας.

Η αναγνώριση είναι ένα κομμάτι της επικοινωνίας. Είναι το να λες με λόγια στον άλλο ότι τον έχεις ακούσει και έχεις καταλάβει αυτό που σου λέει. Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο, χωρίς καμία εξαίρεση τολμώ να πω, ένα παιδί να θέλει να πει κάτι στο γονιό του ή να ζητάει ή και να απαιτεί πολλές φορές κάτι από αυτόν. Το να μένουν τα παιδιά χωρίς απάντηση τα κάνει να επαναλαμβάνουν με απίστευτη υπομονή και κυρίως επιμονή αυτό που έχουν να πουν μέχρι να πάρουν μία απόκριση ή αν δεν το χειριστούμε σωστά μέχρι να μας σπάσουν τα νεύρα.

Μία φορά είχε έρθει μαθήτρια να μου πει με χαρά ότι έφαγε όλο της φαγητό στο διάλειμμα. Εκείνη την ώρα κάτι έκανα που ήθελε συγκέντρωση και δεν της απάντησα. Συνειδητοποίησα τότε ότι η μαθήτρια επαναλάμβανε το κατόρθωμά της μέχρι να δει ότι εγώ την έχω ακούσει. Εδώ αξίζει να πούμε ότι απαντήσεις του τύπου «δε βλέπεις ότι κάνω δουλειά;» ή «αφού σε άκουσα, μη με πρήζεις» και άλλα τέτοια δεν υπολογίζονται ως αναγνώριση αλλά δίνουν την αίσθηση στο παιδί ότι γίνεται βάρος. Το μόνο που χρειάζεται είναι λίγα δευτερόλεπτα προσοχής, λόγια που να του επιβεβαιώνουν ότι το έχουμε ακούσει και τότε αυτό απλά ικανοποιείται και φεύγει ευχαριστημένο.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα αρνητικά συναισθήματα. Ένας άλλος μαθητής μού είχε πει «Κυρία, είμαι πολύ στεναχωρημένος γιατί η αδελφή μου έχει πυρετό», η απάντηση μου ήταν «Σε καταλαβαίνω. Την έχεις έγνοια…» και αυτό αρκούσε ώστε ο μαθητής να συμφωνήσει παίρνοντας μια βαθιά ανάσα και μετά να βγάλει ό,τι υλικά είχα ζητήσει και να κάνει μαζί μας μάθημα. Σα να μην υπήρχε πια πρόβλημα. Σα να είχε λυθεί. Ως δια μαγείας!

Επίσης αναγνώριση είναι το να αποδέχεσαι ως αληθινή - πραγματική μια κατάσταση που σου μεταφέρει. Πάλι με λόγια. Δεν αλλάζει τίποτα απλά η επικοινωνία πιάνει ένα θέμα μεγαλύτερου βάθους, αν μπορούμε να το πούμε έτσι. Χρειάζεται όχι μόνο να επιβεβαιώνεις αυτό που έχεις λάβει από τον άλλο αλλά όντως να δείχνεις ότι το αποδέχεσαι ως κάτι πραγματικό.

Κάποτε είχα έναν μαθητή με πολύ παραβατική συμπεριφορά. Όσο βρισκόταν μέσα στην τάξη (μέχρι να υπάρξει παρέμβαση) το μάθημα το διέλυε, τσίριζε, χτυπιόταν, επιτιθόταν σε όποιον έβρισκε μπροστά του, έκλεβε, έβριζε και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί… Η προσοχή έπρεπε να μοιραστεί τόσο στον μαθητή αυτόν, ώστε να μην κινδυνεύσει αυτός ή κάποιο άλλο παιδί από τις ενέργειές του, όσο και στα άλλα παιδιά που έπρεπε να δω τα θέματά τους σε κοινωνικό, συναισθηματικό και μαθησιακό επίπεδο και να εξασφαλίσω ότι θα προχωρήσουν όλοι.

Η αναγνώριση εδώ πώς λειτουργούσε: σε όποια συζήτηση ή συμβάν προέκυπτε με τα παιδιά πάντα παραδεχόμουν την πραγματικότητα ως έχει. Ποτέ δεν προσπάθησα να δικαιολογήσω ή να ωραιοποιήσω ή να αποσιωπήσω ή ακόμα χειρότερα να ερμηνεύσω κάτι. Κάθε παιδί είχε το δικό του τρόπο να ζει την κατάσταση. Εγώ δεν είμαι αρμόδια να πω αν τη ζούσε «σωστά» ή «λάθος». Όμως είμαι αρμόδια να νιώσω κάθε παιδί και να το βοηθήσω να αντιμετωπίσει αυτό που συμβαίνει. Με λίγα λόγια αναγνώριζα και ονομάτιζα την κατάσταση και προέβαινα σε ενέργειες που έκανα γνωστές στα παιδιά. Αυτό μου εξασφάλιζε τη συνεργασία τους. Ήξεραν και ένιωθαν ότι έχουν έναν σύμμαχο που καταλαβαίνει κάθε δυσκολία και είναι εκεί για να την αντιμετωπίσει. Ποτέ κανείς δεν είπε για το παιδάκι αυτό «είναι κακό». Έλεγαν πώς νιώθουν, τι τους ενοχλεί και τι καταφέρνουν και πετυχαίνουν μαζί του. Και από την άλλη εγώ απλά συμφωνούσα μαζί τους. Όχι με χαρακτηρισμούς αλλά με επικοινωνία και όπου χρειαζόταν πράξη. Δεν ήταν εύκολο! Χρειαζόταν πολλή αντοχή και ατσάλινα νεύρα, μιας και τόσο ο μαθητής όσο και οι υπόλοιποι συχνά είχαν εκρήξεις κι έπρεπε τόσο να απορροφήσω τους κραδασμούς όσο και να βρω λύσεις. Όμως η στάση αυτή έλυνε πολλά προβλήματα και έδινε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε κάθε επίπεδο με τις λιγότερες δυνατές απώλειες και να είμαστε μια τάξη ευχαριστημένη που εργάζεται, συνεργάζεται και προοδεύει. Δεν υπήρχε συμπόνια. Δε συμπονούσα κανέναν από τους μαθητές μου, δεν ένιωθα λύπηση, όμως καταλάβαινα αυτό που τους συνέβαινε και βρίσκαμε λύση. Και αυτά αντίστοιχα έπαιρναν ενεργό ρόλο, εμπλέκονταν όλο και πιο πολύ, ζητούσαν βοήθεια και βοηθούσαν στην προσπάθεια να χειριστούμε όσα προβλήματα υπήρχαν.

Αναγνώριση λοιπόν! Ως τρόπος επικοινωνίας και στάση ζωής που βελτιώνει τις σχέσεις μας, διορθώνει σχεδόν μαγικά τα προβλήματα και κάνει τη ζωή πιο όμορφη, αποτελεσματική και βιώσιμη.






 [πρώτη δημοσίευση στο "bonusmallmag", τεύχος 52


Έ(ψιλον) όπως εφηβεία


Εκτός από εκπαιδευτικός, τυγχάνει να είμαι και μαμά ενός εφήβου.
Ως δασκάλα συχνά με ρωτούν τι να κάνουν με τα παιδιά τους, πώς να μειώσουν, να ηρεμήσουν και να καταπραΰνουν τις εκρήξεις τους και να έχουν μια ζωή πιο βιώσιμη μες την οικογένεια. Το να δίνεις συμβουλές είναι εύκολο. Υπάρχουν πολλοί τυφλωσούρτες και πολλές συνταγές. Στην πράξη όμως;

Συχνά, ως μητέρα, ακολουθούσα τέτοιου είδους «συνταγές». Ακόμα πιο συχνά ένιωθα ότι δεν με καλύπτουν. Το ένστικτό μου έλεγε άλλα. Μπορώ να πω ότι έπεφτα στις παγίδες που έχουν αυτές οι «συνταγές» με αποτέλεσμα κάτι να κλονίζεται στη σχέση μου με τον γιο μου, να έχω μια αίσθηση ότι κάτι δεν λειτουργεί καλά και ότι ο μικρός πιέζεται με ένα τρόπο που δεν οδηγεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
Τώρα είναι στην εφηβεία (τελειώνει φέτος το γυμνάσιο) και ως έφηβος διεκδικεί με κάθε τρόπο τα δικαιώματά του, την ελευθερία του και ό,τι άλλο θεωρεί ότι πρέπει να του ανήκει.

Ως εκπαιδευτικός γνωρίζω. Ως μαμά;
Αυτό που βλέπω (και ζω) είναι ότι τα πράγματα τελικά είναι πιο απλά. Πολλά και μεγάλα λόγια με υψωμένα δάχτυλα δεν χρειάζονται. Το μόνο που είναι αναγκαίο είναι λίγη απόσταση για παρατήρηση και κατανόηση του παιδιού, χώρο για να επικοινωνεί και εμπιστοσύνη με ταυτόχρονη ανάληψη ευθύνης.

Τα δύο πρώτα είναι η προϋπόθεση. Η βάση. Ένας έφηβος δεν είναι ένας άνθρωπος που πρέπει να ξέρει το σωστό ούτε κάποιος που πρέπει να προσαρμόζεται και να υπακούει στους γονείς του. Επομένως αυτό που χρειάζεται είναι να «βάλω τον εαυτό μου στην άκρη» για να αφουγκραστώ τις ανάγκες και τις ροές που υπάρχουν. Είναι μια παρατήρηση χωρίς τα κοινωνικά πρέπει και τις προσδοκίες. Είναι μια στάση που αναζητεί να δει, να συναντήσει έναν άνθρωπο (τι μουσική ακούει, πώς νιώθει στο σύνολο των φίλων, πώς προσπαθεί να ενταχθεί, τι τον εσωστρέφει, τι προφίλ θέλει να δείχνει, τι τον συναρπάζει και όχι το αν και πόσο καλά τα πηγαίνει στα μαθήματα).

Μετά, με τα άλλα δύο, έρχεται η ουσία. Εδώ συγκρούονται, συνήθως, τα «θέλω» τους με τα «πρέπει». Η ισορροπία έρχεται με συζητήσεις και ευθύνες. Αυτό που έχω κάνει με το γιο μου είναι καθετί που προβληματίζει να το βλέπουμε και να το συζητάμε από κοινού (με ηρεμία και όχι εν βρασμώ!). Του έχω μιλήσει για τη δικαιοσύνη και τις περισσότερες φορές αυτό είναι οδηγός μας. Ξέρει ότι έχει δικαιώματα και ξέρει ότι κι εγώ έχω δικαιώματα που και οι δύο τα διεκδικούμε, τα ονομάζουμε και βρίσκουμε τρόπους και λύσεις για να είμαστε ευχαριστημένοι. Δεν επέβαλα ποτέ να κάνει ή να μην κάνει κάτι. Όμως, μίλησα για το δικαίωμά μου να βγω για βράδυ παράλληλα με το δικό του, να βλέπει και να περνάει χρόνο με τους φίλους του. Ταυτόχρονα, κάθε δικαίωμα φέρνει και μια ευθύνη στον ίδιο αλλά και στον άλλο. Έχεις δικαίωμα να δεις τον φίλο σου, οπότε εγώ είμαι εδώ και έχω την ευθύνη να το ικανοποιήσω και έχεις την ευθύνη κι εσύ να τελειώσεις πρώτα με τις υποχρεώσεις σου, αλλά επειδή κι εγώ έχω το αντίστοιχο δικαίωμα, μόλις τελειώσω κι εγώ με τις υποχρεώσεις μου απέναντί σου κι εσύ θα κάνεις (ίσως) μια υποχώρηση. Ισότιμα και ξεκάθαρα.

Ένα πρωινό σηκωθήκαμε και στα πλαίσια αυτά του είπα ότι πρέπει να γίνουν κάποιες δουλειές στο σπίτι για να μπορέσουμε να προλάβουμε μια απογευματινή εξόρμηση. Από απλές, όπως το πέταμα των σκουπιδιών μέχρι πιο δύσκολες όπως το σφουγγάρισμα. Τις βάλαμε κάτω, τις γράψαμε και μόνος του διάλεξε τι θέλει να κάνει για το σπίτι. Μάλιστα, επειδή είχε και διάβασμα, στα διαλείμματα του διαβάσματος μου ζητούσε έξτρα χρόνο για να προλάβει κάποια από τις δουλειές. Τις έκανε με ευχαρίστηση. Υπήρχε αίσθημα από κοινού προσφοράς. Ένιωθε χρήσιμος.

Κατά καιρούς μου έχουν πει, με έκφραση συνοφρυωμένη, ότι θα έπρεπε να οριοθετώ πιο αυστηρά και ότι κακώς δεν τον πιέζω. Άλλοι πάλι με ρωτούν, επειδή είμαι δασκάλα, πόση πίεση του ασκώ και αν μαζί μου ασφυκτιά. Νομίζω πως έχω βρει την χρυσή τομή που όχι μόνο φέρνει ισορροπία αλλά του δίνεται η ευκαιρία να αυτονομείται, να μαθαίνει πώς να συνυπάρχει χωρίς μόνο να απαιτεί, να διεκδικεί τα δικαιώματά του και να αναγνωρίζει και να υπολογίζει και των άλλων. Σίγουρα είμαι σε θέση ισχύος αλλά η επικοινωνία μας (και πριν από αυτό η παρατήρηση και η κατανόηση) λειτουργεί εξισορροπηστικά. Όρια χρειάζονται και πρέπει να μπαίνουν. Αλλά να είναι λειτουργικά και να δικαιολογούνται λογικά. Έτσι, με βάση αυτά, όταν χρειαστεί, θα μπορεί ο κάθε έφηβος να δεχτεί περισσότερη πίεση και αυστηρότητα. Θα είναι ζήτημα δικαιοσύνης.









[πρώτη δημοσίευση στο "bonusmallmag", τεύχος 51
https://bonusmallmag.wordpress.com/2016/10/13/e-psilon-opws-efivia/ ]