Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

Κανόνες




Ακούμε συχνά πως για να μπορέσει να λειτουργήσει κάτι χρειάζεται κανόνες που όλοι να ακολουθούν. Επίσης, ακούμε για εξαιρέσεις ενός κανόνα, δηλαδή τις φορές ή τις περιπτώσεις όπου κάτι σταματάει να ισχύει και ισχύει κάτι διαφορετικό. Άλλοι πάλι λένε ότι οι κανόνες περιορίζουν τον βαθμό δράσης ή ότι εξασφαλίζουν συνθήκες, ασφάλεια, κανονικότητα…

Τι είναι όμως οι κανόνες και γιατί και πότε υπάρχει ανάγκη για αυτούς;
  
Ο κανόνας είναι κάτι που ρυθμίζει τις σχέσεις ή τον τρόπο που μπορεί κάποιος να ενεργεί. Κάτι σαν νόμος δηλαδή. Σε μια πιο ελεύθερη ερμηνεία, σύμφωνα πάντα με το λεξικό, κανόνας είναι ό,τι ισχύει και συμβαίνει τις περισσότερες φορές.

Ας ξεκινήσουμε από τον δεύτερο ορισμό: ο κανόνας είναι κάτι που συνήθως συμβαίνει, για παράδειγμα κατά κανόνα κάθε Κυριακή βλέπω τους παππούδες μου. Αυτός ο ορισμός δίνει μια κανονικότητα σε μία πράξη ή κατάσταση. Την κάνει αποδεκτή. Δεν έχει να κάνει με το καλό ή το κακό, το ωφέλιμο ή επιβλαβές αλλά με μια ρουτίνα – επαναληψιμότητα ενός πράγματος.

Τέτοιες καταστάσεις, είτε τις δημιουργούμε εμείς είτε υπάρχουν χωρίς τη δική μας παρέμβαση (όπως για παράδειγμα τα λουλούδια την άνοιξη), φέρνουν αίσθημα ασφάλειας. Είναι αυτό που είμαστε μαθημένοι να κάνουμε ή να έχουμε ή να συμβαίνει. Σίγουρα πολλά από αυτά, αν θέλουμε, μπορούν να αλλάξουν. Όμως η παρουσία τους και η επανάληψή τους μας θέτει ένα πλαίσιο δράσης.

Κάπως έτσι λειτουργούν τα εβδομαδιαία – μηνιαία – ημερήσια προγράμματα, οι εναλλαγές των εποχών, οι γιορτές ή επέτειοι κ.ο.κ.. Όλη μας η ζωή είναι δομημένη και βασίζεται σε τέτοιες κανονικότητες και ρουτίνες. Είναι σαν να λέμε τα όρια που θέτουμε και δρούμε μέσα σε αυτά. Οι κανόνες-μας.

Όμως, αν ισχύει κάτι τέτοιο, γιατί υπάρχει και ο ορισμός ο πρώτος; Γιατί υπάρχει ανάγκη να τίθενται κανόνες που ρυθμίζουν τις σχέσεις των ανθρώπων; Που να λένε τι επιτρέπεται και τι όχι και τι ποινή ή συνέπεια θα υπάρχει σε περίπτωση παραβίασης αυτών;

Μπαίνοντας σε μια τάξη για μάθημα, ένα από τα πρώτα που κάνει ένας εκπαιδευτικός είναι να βγάζει με τους μαθητές του τους κανόνες της τάξης. Τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνεται εν ώρα μαθήματος, διαλείμματος κ.λπ.. Το ίδιο συμβαίνει και σε κάθε άλλο πλαίσιο: η πολιτεία θέτει κανόνες – νόμους, οι οικογένειες το ίδιο, οι εργασιακές σχέσεις καθορίζονται από αυτό… Τι οδηγεί όμως σε αυτό; Από πού προκύπτουν;

Ας πάρουμε ξανά την περίπτωση των κανόνων μέσα στην τάξη. Κάποιοι από τους πιο συνηθισμένους κανόνες είναι «για να μιλήσεις, σήκωσε το χέρι σου και περίμενε να πάρεις άδεια» ή «διατηρώ τον χώρο της τάξης καθαρό» ή «φροντίζω τα βιβλία και τα τετράδιά μου» ή «προσέχω τον δάσκαλο ή τον συμμαθητή μου όταν μιλάει» και άλλα τέτοια πολλά… Όλα αυτά στην πραγματικότητα προσπαθούν να περιγράψουν την επιθυμητή ή μη συμπεριφορά ενός μαθητή. Να του δείξουν τι μπορεί το σχολείο να δεχτεί και τι όχι.

Σε μια δεύτερη ανάγνωση όλων αυτών, οι κανόνες προκύπτουν από τις συμπεριφορές των παιδιών ή καλύτερα από συμπεριφορές που δυσκολεύουν. Έτσι δεν υπάρχουν κανόνες για το πώς να τρώνε ή πόσο γρήγορα να πηγαίνουν με τα ποδήλατά τους και περιορίζονται σε κανόνες για επικοινωνία, συνύπαρξη μέσα στην τάξη, συνεργασία…  

Άρα, αυτό που μας οδηγεί στον κάθε κανόνα είναι μια συμπεριφορά που παρατηρούμε και δεν φέρνει συνολικά το επιθυμητό αποτέλεσμα. Συνεπώς μιλάμε για κάτι που θεωρούμε ως παράβαση και θέλουμε να το περιορίσουμε ή να το σταματήσουμε.

Κι εδώ είναι το λεπτό σημείο! Ναι, όταν όλα τα παιδιά μιλάνε μαζί, πρέπει να θέσω τους κανόνες που λένε ότι σηκώνω το χέρι μου, περιμένω τη σειρά μου, ακούω αυτόν που μιλάει. Έχω την «παράβαση» και απαιτώ το σωστό και τη συμμόρφωση. Άρα είναι ένας κανόνας που αναγκάζομαι να τον βάλλω σε ισχύ, επειδή βλέπω ότι κάτι άλλο υπάρχει ως συμπεριφορά που κάτι εμποδίζει.

Ας το δούμε αλλιώς – από την ανάποδη…
Η εμπειρία μου μου έχει δείξει ότι όσο πιο ενδιαφέρον είναι το μάθημα, δημιουργικό και κοντά στα παιδιά και τα ενδιαφέροντά τους, τόση μικρότερη είναι η ανάγκη να τεθούν κανόνες.

Ακόμα και πολύ μικροί μαθητές δείχνουν σεβασμό και ανάγκη να είναι μέρος του συνόλου και της ομάδας, χωρίς αυτό να είναι προϊόν εξαναγκασμού κάποιου άλλου. Δε θα ξεχάσω ένα μάθημα γλώσσας, με παιδιά β’ δημοτικού: εξηγούσαμε λέξεις, δίνοντας ορισμούς και παραδείγματα. Ένας μαθητής είχε να πει τόσα πολλά που είχε σηκωθεί όρθιος και μίλαγε με πάθος! Οι υπόλοιποι παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον και του έκαναν ερωτήσεις ή συμπλήρωναν. ΚΑΝΕΝΑΣ δεν σήκωνε το χέρι του για να μιλήσει. Όμως συμμετείχαν όλοι! Επίσης, κανένας δεν ένιωσε την ανάγκη να πει στον μαθητή να καθίσει στη θέση του.

Παρόμοια είχε συμβεί και σε ένα μάθημα ιστορίας, όπου τα παιδιά είχαν «μπει» και ζούσαν σε τόσο μεγάλο βαθμό τις περιγραφές όπου ένας μαθητής είχε σηκωθεί στο πίσω μέρος της τάξης και περπάταγε μπρος-πίσω, ρωτάντας κάθε λίγο ό,τι τον απασχολούσε. Ξανά. Κανείς (ούτε εγώ) δεν ενοχλήθηκε από τη συμπεριφορά του. Ήταν μέρος του μαθήματος, ο τρόπος του μαθητή να συμμετέχει, να θέτει ερωτήματα κρίσεως, να αγωνιά για την εξέλιξη της ιστορίας.

Όταν τα μαθήματα αυτά τελείωσαν, με όλους τους μαθητές ευχαριστημένους, συνέβησαν τα εξής: με τους μαθητές της β’ δημοτικού, οι μαθητές ζήτησαν από τον συμμαθητή τους και εμένα να ξαναγίνει έτσι το μάθημα. Μετά ρώτησα τα παιδιά αν στη διάρκεια του μαθήματος εφάρμοσαν τους «κανόνες της τάξης». Οι μαθητές, συνειδητοποιώντας τι είχε συμβεί, στην αρχή μούδιασαν και σάστισαν. Όταν όμως ρώτησα αν υπήρχε σεβασμός απέναντι σε όποιον μιλούσε, αν ο καθένας περίμενε ή συμπλήρωνε τον κάθε άλλο μαθητή, άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι οι κανόνες που υπήρχαν στην περίπτωση αυτή δεν είχαν και πολλή αξία! Το ότι φαινομενικά μιλούσε όποιος ήθελε, όποτε ήθελε και χωρίς να σηκώσει το χέρι για να πάρει άδεια γινόταν με τέτοια ροή και επιθυμία για μάθηση που οι κανόνες ήταν άχρηστοι!
Αντίστοιχα και με την δ’ δημοτικού, το αποτέλεσμα ήταν να χτυπήσει κουδούνι για διάλειμμα και να μην θέλει κανείς να βγει έξω.

Αυτά τα μικρά αλλά φωτεινά παραδείγματα, μπορούν να δείξουν τον τρόπο που θα μπορούσε να λειτουργεί η κοινωνία μας. Οι κανόνες λένε το σωστό όταν υπάρχει μια μη-επιθυμητή συμπεριφορά. Αν αυτή δεν υπήρχε, δε θα υπήρχε ούτε κανόνας και ποινή!

Ανάποδα: αν εγώ ως μέλος μιας ομάδας δεν σέβομαι τους γύρω μου, τότε ένας κανόνας θα με υποχρεώσει να το κάνω. Αυτό, με άλλα λόγια, είναι η ηθική. Δηλαδή το κατά πόσο ένας άνθρωπος κινείται με βάση και κριτήριο το μεγαλύτερο καλό και όχι το αποκλειστικά ατομικό του καλό ή συμφέρον. Συνεπώς, αν κάποιος δρα εις βάρος άλλων, άρα χωρίς ηθική, έρχεται ο νόμος και οι κανόνες να τον συνετίσουν.  

Κάθε κοινωνία μπορεί να επιβιώνει όταν έχουν συμφωνήσει τα μέλη της και έχουν αποδεχτεί από κοινού το πώς θα συνυπάρχουν. Όσο μια κοινωνία εξελίσσεται, όσο οι άνθρωποι δρουν βάση ηθικής, τόσο οι νόμοι και οι κανόνες γίνονται ανίσχυροι και χωρίς ουσία. Αυτό όμως είναι κάτι ιδεατό. Η πραγματικότητα δείχνει ότι ακόμα και όταν υπάρχουν άνθρωποι με ισχυρή ηθική μέσα τους, ακόμα και τότε υπάρχουν κάποιοι που δρουν με άλλα  κριτήρια, άρα ο ρόλος και η αναγκαιότητα των κανόνων είναι μεγάλη.

Για άλλη μια φορά, μπορώ να πω ότι τα παιδιά έχουν έντονα μέσα τους την αίσθηση του καλού, του δικαίου και του σεβασμού. Άρα αν τους δείξουμε τον δρόμο προς τον σεβασμό στον εαυτό και τους άλλους, τότε θα μπορούμε να ελπίζουμε και για μια κοινωνία πιο ισορροπημένη που να ευδαιμονεί!




Πρώτη δημοσίευση στο Bonusmallmag: Κ(άπα) όπως κανόνες [τεύχος 66, Μάιος 2018]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου